Πριν από λίγες μέρες μαζί με τον Κυριάκο βρεθήκαμε στο Ειδικό Γυμνάσιο Θεσ/νίκης για να παρουσιάσουμε στα παιδιά "Το παραμύθι της μουσικής".
Ανάμεσα στις πολλές προσκλήσεις που δέχομαι για παρουσιάσεις των παραμυθιών μου, αυτή οπωσδήποτε είχε ένα ειδικό βάρος μέσα μου. Στο δρόμο, σκεφτόμουν πως θα ήταν καλύτερο να αυτοσχεδιάσω κάνοντας μια σύνοψη του παραμυθιού προκειμένου να μην κουράσω τα παιδιά. Η ψυχολόγος με την οποία είχα μιλήσει με είχε ενημερώσει πως τα πενήντα παιδιά του σχολείου έχουν ποικίλλα προβλήματα, από κινητικά, νοητικά κά. Ευγενέστατα μου είχε προτείνει πως αν κάποιο παιδί αρχίζει και δημιουργεί κάποιο πρόβλημα να το φροντίσουν οι εκπαιδευτικοί για να μην ενοχληθώ, κι εγώ της απάντησα να μην νοιάζεται καθόλου. Ας κάνουν ό, τι θέλουν και ό, τι μπορούν τα παιδιά, δεν υπάρχει κανένα θέμα.
Τα παιδιά είναι παιδιά...
Η υποδοχή των εκπαιδευτικών ήταν ιδιαίτερα θερμή, τα πρόσωπά τους γελαστά. Όλοι πέρασαν ένας ένας και μας συστήθηκαν. Δεν είναι αυτονόητο αυτό, και μάλλον δεν είναι και σύνηθες. Μπήκαμε σ' ένα πολύ όμορφο θεατράκι, στήσαμε τον προτζέκτορα, τα μικρόφωνα, την οθόνη, ο Κυριάκος κούρδισε το ούτι του, και άρχισε η προσέλευση των παιδιών, άλλα με καρότσια, άλλα με πι, άλλα περπατώντας, μερικά φωνάζοντας, και πάντως όλα μας κοιτούσαν γεμάτα περιέργεια και απορία.
Μετά από την προσφώνηση της διευθύντριας του σχολείου και της ψυχολόγου, ζήτησα να κλείσουν τα φώτα και αφού καλημέρισα τα παιδιά, ξεκινήσαμε. Με το που άρχισε η μουσική ένιωσα τον αέρα να αλλάζει. Ξεκίνησα την αφήγηση και συνέλαβα τον εαυτό μου να αφήνεται και να ξετυλίγεται με τρόπο που έχω νιώσει μόνο σε μεγάλες σκηνές. Από κάτω δεν ακουγόταν το παραμικρό. Όσο προχωρούσα την αφήγηση τόσο εδραιωνόταν μέσα μου η απόφαση να μην κόψω ούτε λέξη από το κείμενο που η διάρκειά του πλησιάζει τα πενήντα λεπτά. Πράγματι έτσι έγινε και η ατμόσφαιρα παρέμεινε μέχρι τέλους όπως ήταν και στην αρχή.
Άναψαν τα φώτα και ρώτησα τα παιδιά αν ήθελαν να μας ρωτήσουν κάτι. Σήκωσε ένα κορίτσι το χέρι που ήταν μπροστά καθισμένο σε καρότσι. Πάνω που πήγε να εκφράσει την ερώτηση, μού είπε μιλώντας αργά: "καταρχάς να σας συστηθώ, με λένε..." και μου άπλωσε το αριστερό της χέρι προσθέτοντας: "χάρηκα πολύ για τη γνωριμία". Βούρκωσα. Μετά από δεκάδες δεκάδων παρουσιάσεις σε σχολεία, αυτή ήταν η πρώτη φορά που μου συστηνόταν ένα παιδί. "Θέλατε από πάντα να γίνεται συγγραφέας, και αν όχι, πώς σας προέκυψε;", ήταν η ερώτηση... και αφού της απάντησα ακολούθησε κι άλλος αιφνιδιασμός: "ευχαριστώ πολύ". Δεν θυμάμαι άλλο παιδί να μου έχει πει αυτό το απλό "ευχαριστώ" μετά από μια μου απάντηση σε ερώτησή του...
Ακολούθησαν μερικές ακόμη ερωτήσεις. Όλα τα παιδά άκουγαν πολύ προσεχτικά και συγκεντρωμένα και στο τέλος όταν πια μαζεύαμε τα πράγματά μας για να φύγουμε, ήρθε ένα αγόρι που με είχε ρωτήσει πώς γίνεται κάποιος συγγραφέας και μου είπε πως θέλει πολύ, θέλει πάρα πολύ να γίνει συγγραφέας. Πως αγαπά πολύ το διάβασμα και το γράψιμο. Μιλούσε κι η καρδιά του ήταν εκεί, μπροστά στα μάτια μου ορθάνοιχτη, ζεστή και δυνατή. Τον διαβεβαίωσα πως θα γίνει αφού το αγαπά τόσο πολύ και βαθιά μέσα μου το πίστευα και το πιστεύω.
Ήταν ώρα που ζήσαμε σ' αυτό το σχολείο ήταν μια ευλογημένη ώρα . Δεν μπορώ να το πω με άλλα λόγια. Αισθανόσουν να περιτριγυρίζεσαι από αγγέλους που φτερουγίζουν αδιάκοπα.
Ύστερα μας ξενάγησαν στους χώρους του σχολείου, στην κουζίνα που μαγειρεύουν και τρώνε, μας είπαν για τα μίξερ και άλλα είδη ζαχαροπλαστικής που τους χάρισε ένας πολύ γνωστός δημιουργός γλυκών, -ας μην πω το όνομά του γιατί μπορεί να μην θέλει να δημοσιοποιηθεί-, είδαμε το φυσιοθεραπευτήριο, τις τάξεις κά.
Όποιος κουβαλά βαρείς σταυρούς σ' αυτή τη ζωή, μαζί μ' αυτούς ο καλός Θεός τους δίνει πλούσια και τη χάρη Του. Αξίζει να συναντάς αυτούς τους ανθρώπους μήπως και "κλέψεις" κάτι από την ευλογία που τους δόθηκε.
Της Σταυροπροσκυνήσεως αύριο, φτάσαμε στη μέση της Μ.Τεσσαρακοστής. Με το καλό να αξιωθούμε να διανύσουμε και το υπόλοιπο στάδιο και να φτάσουμε στην Αγία Ανάσταση.
(Μαρκ. η´ 34 - θ´ 1)
Εἶπεν ὁ Κύριος· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. ῞Ος γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ῎Η τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; ῞Ος γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων.
This comment has been removed by a blog administrator.
ReplyDeleteThis comment has been removed by the author.
ReplyDeleteThis comment has been removed by a blog administrator.
ReplyDelete