Είσοδος στο Air Bus 340 – 60. Σε όλο το αεροσκάφος δεν
υπάρχει μία θέση κενή. Οι 380 θέσεις του είναι γεμάτες
ανθρώπους από διάφορα μέρη του πλανήτη. Η μεσαία σειρά
ανά τετράδες και εκατέρωθεν ανά δυάδες. Πρώτη θέση και
-το μουσικό συγκρότημα Εν Χορδαίς και οι συνοδοί του-,
αντίστοιχη με τα καθίσματα των λεωφορείων των Κτελ. Αν
εξαιρέσεις την μικρή οθόνη που έχεις μπροστά σου και την
μεγάλη ποικιλία ταινιών που σου προσφέρονται στα αγγλικά,
τίποτα άλλο δεν σου θυμίζει πως βρίσκεσαι μέσα σ’ ένα τεράστιο
αεροπλάνο που θα ίπταται για δώδεκα ώρες πάνω από τον μισό
πλανήτη. Προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως όντως ένα
αεροπλάνο μπορεί και πετάει και ακόμη πιο σκληρά προσπαθώ
να τον πείσω πως μπορεί και το κάνει για δώδεκα
ώρες. Πως το τεπόζιτό του είναι τόσο μεγάλο, ώστε να χωρά
την ποσότητα της βενζίνης που απαιτείται και δεν θα μείνει πάνω
στα σύννεφα από την έλλειψή της. Πάντα μου φαίνεται
παράλογο το να πετά ένα αεροπλάνο. Στην παραμικρή δόνηση
η θέα ενός επικείμενου θανάτου προβάλλει αμείλικτη μπροστά
μου. Η ρευστότητα και ματαιότητα των ανθρωπίνων πραγμάτων
καταλαμβάνουν διαστάσεις φρικιαστικές. Κάνω ό, τι μπορώ
για να μην το σκέφτομαι. Το καταχωνιάζω, δηλαδή, στο
υποσυνείδητο κι έτσι νομίζω πως απαλλάσσομαι των φόβων
Ιμαλάια: Ένα σοκολατένιο, βελούδινο, πτυχωτό ύφασμα
πασπαλισμένο στις κορφές του άχνες το χιόνι ψιλοκοσκινισμένες.
Θα μπορούσες να τα πεις και κέικ αραδιασμένα στη σειρά ή
χωνεμένα το ένα στο άλλο, ανακατωμένα επιδέξια από χέρι
έμπειρου ζαχαροπλάστη. Παραμιλώ από την ομορφιά, ξυπνώ
τους φίλους του γκρουπ που κάθονται πίσω και μπροστά μας και
βγάζουμε φωτογραφίες με τα κινητά.
Σε 43 λεπτά θα προσγειωθούμε, λέει. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
Προσωπικά διατηρώ τις αμφιβολίες μου. Βλέπω στην οθόνη μου
τον χάρτη όπου η κυκλική γη έχει ξετυλιχθεί σαν αιγυπτιακός
πάπυρος για να διαβάζουμε την πορεία του ταξιδιού. Πάνω στο
γεωφυσικό πρασινωπό χρώμα διαγράφεται μια κόκκινη καμπύλη
γραμμή, η πορεία του αεροπλάνου, λίγο πιο πάνω απ’ το μάτι της
Αφρικής, που προχωρά δεξιά, σαν τονισμένο φρύδι. Ο επόμενος
χάρτης δείχνει το μέρος της γης όπου είναι μέρα κι αυτό που
Είμαστε πολύ κοντά στο Bangong και στο Tokyo. Ώρα 4:15μμ.
τοπική, -54ο F, 37.000 πόδια. Σε τριάντα εφτά λεπτά
προσγειωνόμαστε. Βλέπω στο χάρτη λίγο πιο χαμηλά τη
Σιγκαπούρη. Τη Σαγκάη βορειοανατολικά. Από το παράθυρο
τώρα δεν φαίνεται τίποτα: ήλιος τρελός που στο εκτυφλωτικό
του φως όλα σβήνονται. Σιγά σιγά πρέπει να προσπαθήσω να
βάλω τα πρησμένα μου πόδια στα Camperakia μου.
Ώρα 16.38μμ., 0,15 λεπτά για να προσγειωθούμε, 742Km/h, -5ο C,
20000 πόδια, την τελευταία στιγμή χαλάει η ωραία γραμμή του
φρυδιού και στραβώνει προς τα κάτω σαν από χέρι παιδικό
που κάτι το τρόμαξε και δεν μπόρεσε να ελέγξει το χέρι του.
Από κάτω μας μια θάλασσα διαφορετική. Σταχτιά, πηχτή σα
λάδι, ήσυχη σαν μετά από εξομολόγηση: Ειρηνικός ωκεανός. Δεν
είναι τέλειο όνομα; Αν ήμουν Ινδιάνος και άνδρας, πολύ θα μου
άρεσε να μου δώσουν αυτό το όνομα: Ειρηνικός Ωκεανός. Πώς
σε λένε, να με ρωτάνε κι εγώ ν’ απαντώ όλο καμάρι:
Ειρηνικό Ωκεανό! Και να είμαι...
Το μπαρ δεν είναι πια αυτό που ήταν. Έγινε "πολύ" μπαρ και
δεν μας ταιριάζει, τουλάχιστον όπως είμαστε στην παρούσα
φάση. Σερβίρει βέβαια κρασί αλλά από την πρώτη του Ιούλη
έχει απαγορευτεί το κάπνισμα. Φεύγουμε σφαίρα για το roof
garden να δοκιμάσουμε εκεί την τύχη μας. Προς μεγάλη μας
απογοήτευση μας λένε τα γκαρσόνια πως εκεί μπορούμε να
καπνίσουμε όχι όμως και να πιούμε κρασί, διότι έκλεισε το
μπαρ πριν από πέντε λεπτά. Έχουμε ξαπλώσει στις σεσλόγκ,
μπροστά μας αστράφτει μια πισίνα, οι κορυφές των
ουρανοξυστών ξεχωρίζουν, παντού γύρω φώτα και φοίνικες,
κτίρια γυάλινα, φωτεινές επιγραφές, ώσπου επαναστατώ.
Σηκώνομαι γιατί διψώ αφόρητα για κρασί και δεν το χωράει
ο νους μου πως δεν μπορούν να μας σερβίρουν ένα ποτήρι κρασί.
Βλέπω τέσσερα πέντε γκαρσόνια, διαλέγω τον έναν και του
εξηγώ από πού ήρθαμε μόλις, ποιοι είμαστε, γιατί είμαστε εκεί
και τον παρακαλώ θερμά να μην μας αγνοήσει. Αφού μου εξηγεί
πως δεν γίνεται τίποτα και φεύγω απογοητευμένη, μετά από λίγο
έρχεται και μας ζητά συγνώμη. Φεύγει και τα νεύρα κοντεύουν
να γίνουν τσατάλια. Δεν το δέχομαι. Δεν περνούν δύο λεπτά
και μας φέρνει ένα κόκκινο εξαιρετικό και πανάκριβο κρασί
με τρία ποτήρια που άφησε η τελευταία παρέα, μας ξαναζητά
συγνώμη και μας το κερνάει. Αστράφτουμε από χαρά και
ανακούφιση. Επιτέλους χαλαρώνουμε και απολαμβάνουμε
τη νύχτα. Όταν ετοιμαζόμαστε να φύγουμε δεν τον βλέπουμε
πουθενά για να τον ευχαριστήσουμε πάλι. Ο Κυριάκος παίρνει
μια χαρτοπετσέτα και ζητά από τον αδερφό του που γράφει
Ένα μαξιλάρι ψηλό κι ένα χαμηλό. Λεπτό παπλωματάκι.
Κλιματισμός στο φουλ, σχεδόν κατάψυξη το δωμάτιο. Το
κλείνουμε αισιοδοξώντας πως θα ξυπνήσουμε μετά από εφτά
οχτώ ώρες; Εσύ είσαι που το λες;
Ο υπολογιστής μου αυτοσχεδιάζει τρελά, έχει αποσυντονιστεί, αλλάζει χρώματα και μεγέθη γραμματοσειράς, μόνος του τα κάνει και δεν μ' αφήνει να επέμβω...
ReplyDeleteκαι μετά... και μετά...
ReplyDeleteσαν να είμαι κι εγώ εκεί
p.s.
άστον, αυτός ξέρει καλύτερα. είναι όμορφα
Και μετά... και μετά... σιγά... σιγά...
ReplyDeleteΤΙ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΤΑΞΙΔΙ!!!
ReplyDeleteΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ...ΣΑΝ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΣΟΥ..
ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΜΕ ΑΓΩΝΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ..
Μάλλον κόλλησε jet lag ο υπολογιστής.
ReplyDeleteΕκτός αν προσπαθεί να μάθει κινέζικα :)
Ναι, Χαρτομάνι μου, τη συνέχεια, θα προσπαθήσω! Έχω μπλέξει με το φεστιβάλ κινηματογράφου, τρεις ταινίες χθες και συνεχίζουμε... το εργαστήρι κόμικ που παρακολουθώ και πρέπει να παραδίδω κείμενα και σκίτσα, μια επέτειο αυριανή, διορθώσεις του μυθιστορήματος, Παναγιά μου βόηθα!
ReplyDeleteΣοτ, μ' έκανες και γέλασα πολύ! Καλημέρα, καλησπέρα, να πάω να δω και τους γίγαντες στο φούρνο τώρα...
ReplyDeleteΚινέζικο μαρτύριο αυτή η διήγηση. Θα μας βγάλεις τη ψυχή. Περιμένουμε την συνέχεια... (σήριαλ που διαρκώς κόβεται από τις διαφημίσεις)
ReplyDeleteΤώρα να δεις κινέζικο μαρτύριο Μπάμπη... Όχι, θα σας τη χαρίσω έτσι εύκολα... Πάμε για διαφημίσεις!!!
ReplyDelete