Labels

Saturday, November 4, 2017

Τραγούδι του οσίου Γεωργίου Καρσλίδη του Ομολογητή




Στου Πόντου Αργυρούπολη, μητρόπολη Χαλδίας
Γεννήθηκε ο Γεώργιος, άνθος της εκκλησίας
Χίλια εννιακόσια ήτανε συν ένα κι εβαπτίσθη
Στο όνομα Αθανάσιος και χριστιανός εχρίσθη
Μες σε μια μέρα ορφανός κι από τους δυο γονείς του
Μένει ο Αθανάσιος κι αρχίζει της ζωής του
Ο δρόμος ο ξεχωριστός που διάλεξε να πάρει
Φαινότανε από παιδί πως είχε Θεία Χάρη
Η μάμμη του τον έθρεψε με ευσέβεια Ποντίων
Και σαν στα πόδια στάθηκε όλων των εναντίων
Του κόσμου αφήνει τα κακά, προσεύχεται, νηστεύει
Κι εφτά χρονών την Παναγιά τη Σουμελά γυρεύει
Την προσκυνά και γίνεται Δόκιμος εννιά χρόνων
Χειροτονείται Διάκονος στα δεκαοχτώ του μόνον
Ξεσπούν ημέρες τραγικές, διωγμοί της Εκκλησίας
Κουμμουνιστές που κυνηγούν πιστούς της Γεωργίας
Τον συλαμβάνουν για εχθρό, ως λένε, του λαού του
Σκληρά τον βασανίζουνε για χάρη του Θεού του
Διαπομπεύσεις, φυλακές, άπειρες ταπεινώσεις
Κι αποφασίζουν θάνατο, μα άγιε θα γλιτώσεις
Από εικονίτσα της γιαγιάς που είχε συμβουλέψει
Να τη φοράς επάνω σου και θα σε προστατέψει
Στήνουνε τους κατάδικους πάνω από χαντάκι
Τον έναν με τον άλλονε τους δένουν το χεράκι
Και τα τουφέκια ανάβουνε, χτυπούνε τους ανθρώπους
Που πέφτουνε ανάσκελα όλοι μαζί. Τους πρώτους
Ακολουθούν οι δεύτεροι και έτσι όπως έχουν
Βαρούν ξανά οι δήμιοι στα πόδια που εξέχουν
Της Παναγίας το εικόνισμα το χτύπησε το βόλι
Κι έτσι ο Διάκος σώθηκε, πεθάναν σχεδόν όλοι
Σαν οι στρατιώτες έφυγαν, ένας βρήκε τον τρόπο
Και λύθηκε και κανά δυο που ζούσανε στον τόπο
Τους έλυσε και φύγανε κι οι άμοιροι γλυτώσαν
Μα ο δεύτερος τουφεκισμός του αγίου τα πληγώσαν
Τα πόδια και σερνότανε, και πώς να περπατήσει
Τον μάζεψε πονετική γριά που θα φροντίσει
Τον άγιο ως τη στιγμή που κάπως συνεφέρει
Το εικοσπέντε γίνεται πρεσβύτερος. Τον φέρει
Της Παναγιάς η συμβουλή μετά τέσσερα χρόνια
Στη Δράμα, στων Ταξιαρχών συνοικισμό με χιόνια
Στη Σίψα αποφάσισε να μείνει και θα χτίσει
Μοναστηράκι ταπεινό κι εκεί μέσα θα ζήσει
Τράντα χρόνια ο άγιος με βάσανα και πόνους
Με θαύματα ουράνια, συμπόνοια προς τους μόνους
Καλογριές προσέρχονται κι όλες τις λέει “μάνα”
Τη λέξη που δεν πρόφερε ούτε μωρό με πάνα
Μαγείρευε θαυμάσια, τάιζε πεινασμένους
Παρηγορούσε τους φτωχούς, τους καταφρονεμένους
Θεράπευε τους άρρωστους γιατί είχε παρρησία 
Και ο Θεός του φώτιζε καρδιάς την εκκλησία
Δεν περπατούσε εύκολα, συχνά λιποθυούσε
Νομίζανε πως πέθαινε μα προειδοποιούσε
Να μην τον θάψουν ποτε προτού δυο κυπαρίσσια
Που στέκονταν ζευγαρωτά με την κορφή τους ίσια
Δεν δουν να υποκλίνονται και τις κορφές να σμίξουν
Αυτό σημάδι θα ‘τανε τάφο να του ανοίξουν
Σαν έφτασε πενήντα οχτώ είδαν οι καλογραίες
Μια μέρα να ενώνονται οι κορυφές οι ωραίες
Και κλάψανε και πόνεσαν που χάσαν τον προστάτη
Της Σίψας τον θαυματουργό κι άγιο φανοστάτη
Σαράντα μέρες έμειναν οι κορυφές σκυμμένες
Κι άλλες πολλές οι μοναχές ήταν βαθιά θλιμμένες
Μα άρχισε να έρχεται και το παρών να δίνει
Τον έβλεπαν κι οι χωρικοί που ζούσαν μες στη δίνη
Λειψάνων η ανακομιδή χειμώνα μες στα χιόνια
Σαν έγινε και ήτανε μόλις πριν λίγα χρόνια
Η παγωνία μαλάκωσε και σκόρπισε ο άγιος
Ζέστη γλυκειά και θαλπωρή που του ‘δωσε ο Πανάγιος
Όποιος στη Σίψα θα βρεθεί και στο μοναστηράκι
Θα ανάψει της ψυχούλας του σβησμένο αστεράκι
Εκεί είναι τα λείψανα του αγίου κι η εικονίτσα
Της Παναγιάς που ράγισε κι έσωσε τη φλογίτσα
Που έμελλε αργότερα τον κόσμο να φωτίσει
Με την αγάπη του Χριστού και να  παρηγορήσει




*Μετά τον άγιο Νεκτάριο, ο δύετερος μεγάλος άγιος του αιώνα μας είναι ο άγιος Γεώργιος Καρσλίδης του οποίου την μνήμη εορτάζουμε σήμερα. Μια ζωή απίστευτη, τραγική, πονεμένη και συνάμα γεμάτη Χάρη. Την ευχή του να έχουμε και να χαιρόμαστε και το μοναστηράκι του στη Σίψα της Δράμας. Το τραγούδι βασίστηκε σε πληροφορίες από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή, αλλά και σε διηγήσεις που έχω ακούσει στο μοναστήρι

No comments:

Post a Comment

Σχόλια