Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι μες στην κοιλιά της μάνας σου και να κλωτσάς να χαιρετίσεις τον Χριστό που βρίσκεται ακόμα στην κοιλιά της μάνας του που η μάνα σου τη συναντάει. Ίσως όμως από τότε κάθε εμβρύου χτύπος χαιρετισμός στον Κύριο να είναι.
Δεν ξέρω πώς είναι να είσαι συγγενής εξ αίματος με τον Χριστό, όπως ήταν ο Ιωάννης ξάδερφός του. Ίσως όμως μεταλαβαίνοντας το Σώμα και το αίμα Του να γίνομαι ξαδερφάκι Του κι εγώ, ίσως και αδερφός Του.
Δεν ξέρω πώς είναι να ζεις μέσα στην έρημο από παιδί, να τρως ακρίδες, μέλι άγριο, ντυμένος μοναχά δέρμα καμήλας άγριο σκληρό. Ίσως όμως να υπάρχει μια συγγένεια ανάμεσα στην έρημο εκείνη και της ζωής που ζω μέσα στο πλήθος, ανάμεσα στις ακρίδες και τα πικρά λόγια που καταπίνω, ανάμεσα στο άγριο μέλι και τους πόνους που περνώ. Το σκληρό τρίχινο δέρμα της καμήλας να είναι άραγε για μένα οι αρρώστειες που το σώμα ζώνουν;
Πώς είναι να βαπτίζεις τον Θεό σου; Μπορεί όταν κλαίω για τις αστοχίες μου με έναν τρόπο κι εγώ να Τον βαπτίζω και τα δάκρυά μου να μην απέχουν διόλου από του Ιορδάνη τα νερά που είναι γεμάτα χώματα;
Δεν έχω ιδέα πώς είναι να προφητεύεις την έλευση του Σωτήρα και να κηρύττεις στους ανθρώπους τη μετάνοια. Ούτε να ζω ξέρω ούτε και να μετανιώνω. Μόνο να γράφω προσπαθώ να μάθω. Μα μήπως δικές Του δεν είναι οι λέξεις μου; Κι αν τις γονατίζω, αν τις εξαντλώ, αν τις σβήνω και τις ξαναγράφω μέχρι να γίνουν καθαρές, σαφείς, ασκίαστες δεν ειναι για να μη σταθώ εγώ εμπόδιο σε ό,τι ο Ορθογράφος μου θέλει να εκφράσει και να εξαφανιστώ η οχληρή;
Δεν ξέρω πώς είναι να ελέγχεις τον Πιλάτο επειδή πήρε τη γυναίκα του αδερφού του, -αν και τώρα που το σκέφτομαι δεν έκλεψα λίγες αγάπες, ούτε πόσο μεθυστικά χορεύει η Ηρωδιάδα -αν και ζάλισα κάποτε χορεύοντας τους θεατές, ούτε πώς η μάνα της ζητά το κέφάλι του Ιωάννη σε ένα πιάτο -αυτό δε μου θυμίζει από τη ζωή μου τίποτα, ως τώρα. Ίσως και γι’ αυτό ορίστηκε από αυτούς που ξέρουν, το πιάτο μας σήμερα να μένει άδειο.
Και πώς να ξέρω πώς είναι να σου κόβουν το κεφάλι, όταν μάλιστα οι εικόνες δείχνουν πως το κεεφάλι σου παραμένει ακέραιο στη θέση του κι ας κρατάς ένα ολόιδιο στο πιάτο; Ποιο είναι το αληθινό και ποιο το αντίγραφο; Θα πρέπει, λέω, να απέκοψαν το αντίγραφο γιατί από πρωτότυπα δεν γνώριζαν και ήξεραν μόνο από αντιγραφές ζωής και τίποτα από την ίδια. Δεν ξέρω. Ο Ιωάννης πέθανε χωρίς κεφάλι. Ίσως να ήταν και το πραγμαιτκό. Ή το πραγματικό του αποδόθηκε αφότου πήγε κοντά σε Εκείνον που δίνει χέρια, πόδια και κεφάλια ακόμα σε εκείνους που τους αφαιρέθηκαν στη γη από ανίερα χέρια.
Κουνάω πάνω κάτω το δικό μου που φαίνεται πως ακόμα είναι στη θέση του, σαν τις γριές που δεν βρίσκουν λόγια στα μυστήρια. Και μόνο μια μετάνοια βάζω μπρος στον άγιο γιατί κι αν τίποτα δεν ξέρω από όλα αυτά, ξέρω πως περισσότερο από όλα, στη ζωή μου ζήλεψα της ερήμου τα πουλιά…
No comments:
Post a Comment
Σχόλια