Labels

Monday, February 10, 2014

Γράμμα στον Διονύσιο Σολωμό (8/03/1798-9/02/1867)




Ήταν 17 Αυγούστου του 1994 όταν αγόρασα τον εξαίσιο τόμο με τα πεζά και τα ποιήματα του εθνικού μας ποιητή σε επιμέλεια και εισαγωγές του Στυλιανού Αλεξίου. Ο τόμος μόλις είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Στιγμή. Όταν τελείωσα την ανάγνωσή του ήταν 29 Αυγούστου, δώδεκα μέρες αργότερα. Αυτό βέβαια δεν το θυμόμουν. Δεν ξέρω για ποιον λόγο σήμερα είδα πως το είχα σημειώσει στην πρώτη λευκή σελίδα. Ίσως ούτε εγώ η ίδια να το πίστευα πως μου πήρε μόνο τόσες μέρες η ανάγνωσή του. Η αναγνωστική μου βραδύτητα είναι χαρακτηριστική, κι αν τότε ήταν σε λίγο καλύτερη καάσταση, παρέμενε ωστόσο βραδύτητα. Θυμάμαι όμως πολύ καλά, σαν τώρα, τι είχα πάθει μ' αυτό το βιβλίο, δηλ. με τον ίδιο τον Σολωμό. Με το που ξεκίνησα να τον διαβάζω δεν μπορούσα να σταματήσω, κυρίως δε, μου ήταν αδύνατον να τον αποχωριστώ. Έτρωγα και τον είχα δίπλα μου, κοιμόμουν και τον έπαιρνα στο προσκέφαλό μου να τον αγκαλιάζω το βράδυ, πήγαινα για δουλειές ή για ραντεβού και ο βαρύτατος τόμος ήταν αυτονόητα μαζί μου. Αν αυτό δεν το λένε παράκρουση, ίσως το λένε κεραυνοβόλο έρωτα. Όταν διάβασα και την τελευταία σελίδα, κάθησα και του έγραψα ένα γράμμα.  Ένα γράμμα από έρωτα κι ευγνωμοσύνη. Ήμουν 25 χρονών τότε, θα πρέπει ο αναγνώσης να δείξει μια επιείκεια για το νεαρόν της ηλικίας. Το θυμήθηκα σήμερα, ύστερα από άλλα 21 χρόνια, ενθυμούμενη πως σαν σήμερα αναπαύτηκε ο γλυκύτατος ποιητής μας. Εξάλλου, το βιβλίο αυτό το έχω πάντα πολύ κοντά μου από τότε. Για πολλά χρόνια το είχα πάνω απ' το κεφαλάρι του κρεβατιού, τα τελευταία αριστερά στη βιβλιοθήκη του γραφείου μου που εργάζομαι. Άπλωσα το αριστερό μου χέρι, το κατέβασα, και αποφάσισα πως σήμερα στη μνήμη του έρωτά μου, μπορώ πια να το δημοσιοποιήσω.

Γράμμα στον Διονύσιο Σολωμό
29 Αυγούστου 1994

"Σαν τον περιπαθή εραστή που δε σ' αφήνει να παραδοθείς σε ύπνο αγγελικό, έτσι με συντοφεύεις αδιαλείπτως εραστά μου, Σολωμέ. Μόνο που εσύ με συντοφεύεις ακόμη και στον ύπνο και τον μαλακώνεις, τον απαλλάσεις από τους εφιάλτες που εισέρρεαν προτού φανείς στη ζωή μου, καντήλι ακοίμητο...

Περισσότερο με συγκινεί ο αγώνας της γλώσσας που σε διέπει ακατάβλητος. Γιατί εσύ ξερεις πως δεν τη γνωρίζεις και πασχίζεις να τη γνωρίσεις και να την υποτάξεις, υποτασσόμενος πρώτα εσύ στη χάρη και στο μεγαλείο της. 
Η έσχατη ταπείνωσή σου είναι αυτή που σε οδηγεί να δουλεύεις και να σταματάς.  Να επιστρέφεις ταπεινωμένος και να ξαναδουλεύεις τα ίδια. Να ξανασταματάς γιατί την αναγνωρίζεις μεγαλύτερή σου. Δεν έχεις, όπως Θεέ μου τόσοι άλλοι αλλοίμονο, την ψευδαίσθηση της ολοκλήρωσης, της τελειότητας και αρτιότητας των γραφτών τους, της γνώσης και κατοχής της γλώσσας.

Τα ατελείωτα κομμάτια σου τα αγαπώ, γιατί είναι ό,τι πιο αρμονικό συνταίριασμα μπορεί να βρεθεί στην πρόσκαιρη ζωή που όλα μένουν όντως ατελείωτα και η τελείωσή τους δε γίνεται παρά μόνο μετά το θάνατο.
Μπήκες νέο αίμα στο αίμα μου ανακινίζοντας τον παλαιόν άνθρωπο, τον καιρό που με κατέτρωγε η ματαιότητα με συμμερίστηκες δίνοντάς μου ελπίδα, που εξέλιπεν εντός μου.

Όλος ερωτικός, όλος επιεικής στον κόσμο και αυστηρός στον εαυτό σου, θαυμάζεις, θαυμάζεις πράγματα, σώματα και ψυχές και απορείς και εξίστασαι σαν τα παιδιά που τους πρωτοφανερώνεται ο κόσμος. Και σχετίζεσαι, η σημασία δεν εξαντλείται στον εντυπωσιασμό και στη φευγαλέα λαμπρή εικόνα, μα η ζωή κρατάει και γίνεται ζωή σου. Όλα μετουσιώνονται στην ουσία σου και την πλουτίζουν καθώς τα πλουτίζεις με τη δική σου.

Κι εκεί που νιώθει ορφανό το πνεύμα του ανθρώπου στη γη, βρίσκει έναν επίγειο πατέρα κι αναπαύεται για λίγο, ακουμπά την ανάσα του στην πατρική μεγαλόπνοη ανάσα κι έτσι, να, είναι θαρρείς πιο ευκολοδιάβατος ο δρόμος για την αγκαλιά του επουράνιου Πατέρα που μας περιμένει μ' ανοιχτά χέρια.."



Αυτό λοιπόν, ήταν το γράμμα, που είχα πάντα την πεποίθηση πως το διάβασε ο αγαπημένος μου και επιπλέον το χάρηκε. 
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί πως οι ψυχές δεν ζουν αιώνια, όταν συμβαίνουν τέτοια πράγματα ανάμεσα σε ζωντανούς και νεκρούς; Ποιος μπορεί να μας πείσει πως οι νεκροί είναι αλλού, και όχι παρόντες; Κανείς. Το αποδεικνύουν οι δίκαιοι, οι άγιοι και οι ποιητές. Οι δικοί μας άνθρωποι.

Αιωνία η μνήμη του Διονυσίου Σολωμού,
αναπαυμένος να είναι,
και την εμπνευσμένη ευχούλα του να έχουμε 
κι εμείς και η πολύπαθη πατρίδα μας 
που ύμνησε τελειότερα απ' οποιονδήποτε.





2 comments:

  1. Βασιλική, πολύ όμορφο!
    Αν, μάλιστα, ξαναγραφτεί σε τρίτο πρόσωπο, θα μπορούσε να είναι ένα μονάκριβο, κριτικό λογοτεχνικό κείμενο!

    Μπάμπης Ανδρεάδης

    ReplyDelete
  2. Ποιος ξέρει άραγε αν θα γραφτεί; Φίλε μου, σ' ευχαριστώ. Σου εύχομαι να ζήσεις και να χαίρεσαι το όνομά σου και τον άγιό σου, να σε χαίρεται κι εκείνος και πάντα να λάμπεις από χαρά!!!!!!!

    ReplyDelete

Σχόλια