Labels

Tuesday, October 28, 2025

Ελσίνκι



Σε άλλα κλίματα, γεωγραφικούς παράλληλους, φυσικά τοπία, εξοικειώνομαι με ανοίκεια ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά και άγνωστες νοοτροπίες. Κινούμαι και ανασαίνω δίχως σκέψεις. Ο αέρας ψυχρός, αέναο ψιλόβροχο, βαρύς, μελαγχολικός ουρανός, σώματα ευθυτενή, λεβέντικα, ορμητικά τη μέρα, μεθυσμένα τη νύχτα. Εκεί μακριά, στη Φιλανδία.

Περπατώ λαίμαργα, παρατηρώ, οσμίζομαι βλέμματα, χειρονομίες, γέλια, τα ηχοχρώματα των φωνών. Μήπως κάτι βαθύτερο αντιληφθώ πέραν της επιφάνειας που συνήθως εξαπατά.
Μπαίνω στα αδηφάγα πολυκαταστήματα να ζεσταθώ. Ούτε πωλητές ούτε πελάτες. Νέκρα. Τα προϊόντα μονάζουν ανέγγιχτα. Πού και πού κάποια γερόντια πιασμένα αγκαζέ σεργιανούν στους διαδρόμους. Μετά τον Covid όλοι πλέον ψωνίζουν από το ίντερνετ, μας εξηγεί η φιλανδή φίλη. Γι’ αυτό αδειασαν τα μαγαζιά. Είναι βέβαια και το κρύο, αλλά το κρύο πάντα ήταν.

Προχωρώ στο σούπερ μάρκετ να ψωνίσω κάτι για να μαγειρέψω. Εδώ, λέω με το νου μου, τόσες λίμνες, τόσα ποτάμια, ε, θα βρω κανένα ψάρι. Οι πάγκοι των ψυγείων όμως δεν έχουν ούτε λέπι. Τίποτα φρέσκο. Δεκάδες μαγειρεμένα φαγητά παρελαύνουν μπροστά μου, ενώ πίσω μου, στα άλλα ψυγεία, πλήθος σαλάτες απ’ τις οποίες επιλέγεις τι θέλεις, το βάζεις σε ένα μπολ, το ζυγίζεις, πατάς τον κωδικό και μετά το πληρώνεις στο μηχάνημα. Κάποια ταμεία έχουν υπάλληλο -ακόμη. Τα νέα παιδιά δεν πηγαίνουν όμως εκεί. Τα κάνουν όλα μόνοι τους. Κανένας δεν χρειάζεται κανέναν.
Κοιτάζω στον χάρτη πόσο κοντά είναι το Ελσίνκι με την αγία Πετρούπολη. Η φίλη, μάς εξηγεί πως ο Ρώσο - Ουκρανικός πόλεμος αποτέλεσε το τέλος του τουρισμού για τη χώρα μιας και προερχόταν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από τη Ρωσία.
Η Φιλανδία δέχθηκε κύματα μεταναστών και προσφύγων που εργάζονται χρόνια εδώ, αλλά οι γραφειοκρατικές διαδικασίες μπορεί να καθυστερήσουν τόσο πολύ ώστε μετά από χρόνια να βγεί απόφαση απέλασης. Ο χθεσινός ταξιτζής ήταν ένα συμπαθέστατο παλικάρι από το Μαρόκο. Σπουδάζει τη μέρα ακτινολόγος και για να τα βγάλει πέρα εργάζεται τη νύχτα στο ταξί.
Στις μέρες μας όμως η χώρα δέχεται και κύματα φοιτητών και φοιτητριών από τις ΗΠΑ. Πολλά νέα παιδιά -και εξαιρετικά μυαλά βεβαίως- εγκαταλείπουν την Αμερική και τις σπουδές τους εκεί φοβούμενα για το τι μπορεί να τους συμβεί. Η Φιλανδία κάνει τα πάντα για να τα πάρει στα δικά της πανεπιστήμια.

Ο μικρόσωμος άντρας που περπατά μπροστά μου φτύνει σε κάθε τενεκέ που συναντά σαν να έχει αποφασίσει πως όλοι οι τενεκέδες είναι για φτύσιμο. Ρωτώ κατά διαστήματα νέους ανθρώπους στο δρόμο πώς θα πάω στο λιμάνι. Μου απαντούν πολύ πρόθυμα αλλά κανείς δεν μου δείχνει με το χέρι του την κατεύθυνση. Ανοίγουν όλοι το κινητό τους και μου δείχνουν τον χάρτη. Μοιάζει να μην υπάρχει μακρύτερος ορίζοντας από αυτόν που κρατούν στο χέρι. Και μένει μόνος ο ορίζοντας. Μόνος ο ουρανός. Μόνη και η θάλασσα που δεν την κοιτάζει κανείς.
Λέμε να δοκιμάσουμε την τοπική κουζίνα και παραγγέλνουμε τάρανδο. Το παλιό εστιατόρια μου θυμίζει το ένδοξο -προ της ανακαίνισής του- Όλυμπος Νάουσα. Απλότητα, φινέτσα, καμία επίδειξη και πολλή ουσία. Τα φιλέτα του ταράνδου είναι ψημένα medium rear, όπως θα ψήναμε ένα rebeye. Συνοδεύεται από πουρέ πατάτας, ψημένο στο φούρνο και ωραία μελωμένο παστινάκι και ένα τηγανητό μπρόκολο -που δεν έπρεπε να μπει στο πιάτο, λίγο έλειψε να γίνει στάχτη. Ωστόσο, εξαιρετικό πιάτο και το κρέας του μυθικού για μας ζώου, κολακεύει τα ανώτερα γευστικά αισθητήρια. Μας σερβίρουν ένα τυρί που δεν είναι τυρί και ένα βούτυρο που δεν είναι βούτυρο. Τα περισσότερα από τα γαλακτομικά τους προϊόντα είναι χωρίς γλουτένη και λακτόζη διότι πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν αλλεργίες. Εδώ θα πρέπει να ψάξεις πολύ για να βρεις ένα βούτυρο αληθινό.

Περπατώ ώρες στους μεγάλους δρόμους και αισθάνομαι παράξενα. Σαν να αιωρούμαι, σαν να μην πατώ γερά στη γη. Ένα αίσθημα ακριβώς αντίθετο με αυτό που βιώνω στην πατρίδα μου που ώρες ώρες νιώθω πως με ρουφά, με πίνει το χώμα και είμαι μισή μέσα, μισή έξω. Τι είναι αυτό; Είναι το κομμάτι του χρόνου, της ιστορίας, μικρής ή μεγάλης ιστορίας. Η Φιλανδία ως Φιλανδία είναι μια καινούργια χώρα. Αυτό της δίνει τη φρεσκάδα αλλά και την γοητευτική αλαζονεία των νειάτων, μα της στερεί το βάθος, το καταστάλαγμα, την επίγευση του παλιού κρασιού. Εύχομαι να είναι μακραίωνη η πορεία της και να το ζήσει.
Είναι ώρα να βγω κι εγώ τώρα από τη ζεστούλα στο κρύο, από την ασφάλεια του σπιτιού στην ανασφάλεια των δρόμων και να παραδοθώ στα θαύματα που με προσμένουν -πάντοτε έξω, σαν αλήτες αδέσμευτοι αναρχικοί και απρόβλεπτοι.