Στα 434μ.Χ αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως έγινε ο μαθητής του αγίου Ιωάννη, Πρόκλος, ο οποίος τέσσερα χρόνια αργότερα έπεισε τον γιο του Αρκαδίου και της Ευδοξίας, Θεοδόσιο Β΄ και την γυναίκα του Πουλχερία να φέρουν από τα Κόμανα το λείψανο του αγίου στην Πόλη αφού πρώτα κάνουν την ανακομιδή του. Πήγε η αυτοκρατορική αντιπροσωπεία, έκανε πράγματι την ανακομιδή, αλλά όταν πήγαν να σηκώσουν τη λάρνακα με τα ιερά λείψανα αυτή αποδείχθηκε ασήκωτη. Στάθηκε αδύνατον να τη μετακινήσουν από τη θέση της και έτσι επέστρεψαν άπραγοι στη Βασιλεύουσα.
Όταν ανέφεραν τα συμβάντα στον βασιλιά εκείνος κατάλαβε. Κάθισε τότε κι έγραψε στον άγιο μια επιστολή στην οποία ζητούσε συγνώμη εκ μέρους του, εκ μέρους των γονιών του και εκ μέρους των εχθρών του αγίου. «Εμείς λέγαμε πως είσαι πεθαμένος και μπορούμε να πάρουμε τα ιερά σου λείψανα και να τα μεταφέρουμε. Εσύ όμως είσαι ζωντανός και δεν μας έδωσες τα λείψανά σου. Επειδή όμως εσύ κήρυξες τη μετάνοια και εσύ βλέπεις πως όντως σε αγαπάμε και σε θέλουμε και σε ποθούμε, σε παρακαλούμε πολύ να μας δώσεις τα ιερά σου λείψανα να τα μεταφέρουμε στη Βασιλεύουσα και να σε αποκαταστήσουμε». Και προσθέτει ο π. Ανανίας στο συναξάρι: «το άδικο πονάει και τους αγίους. Ας μην τον ξεχνάμε αυτό».
Και πράγματι ξαναπήγαν στα Κόμανα και πάνω στη λάρνακα του αγίου ακούμπησαν την επιστολή του βασιλιά και όταν πήγαν να την σηκώσουν η λάρνακα έγινε πανάλαφρη. Την πήραν και ενώ την μετέφεραν νόμισαν πως κάποιος τους σήκωνε κι αυτούς και τους πήγαινε. Και πράγματι τους σήκωνε ο άγιος. Κι έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη αγαλλομένω ποδι πηγαίνοντας από την ξηρά. Ο βασιλιάς με το βασιλικό του καράβι και τη συνοδεία του τους υποδέχθηκε και αφού πέρασαν μέσα ξεκίνησαν για να περάσουν απέναντι. Ξέσπασε όμως μεγάλη θαλασσοταραχή και σκορπίστηκαν τα καράβια της συνοδείας. Το βασιλικό καράβι με τη λάρνακα έμεινε ακυβέρνητο. Πήγε τότε και σταμάτησε απέναντι από το χωράφι της χήρας Καλλιτρόπης. Ήταν το χωράφι που κάποτε αδίκως η Ευδοξία το είχε αρπάξει από τη γυναίκα. Ο βασιλιάς γιος της ήξερε την ιστορία και αφού έκλαψε πικρά, κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει. Γονάτισε μπροστά στη λάρνακα και παρακάλεσε: «άγιε μου, εγώ το δίνω πάλι το χωράφι στη χήρα». Κι η γυναίκα ήταν εκεί και της το έδωσε μπροστά σε όλους. Και η τρικυμία έπαυσε και όλα ησύχασαν και επήρθε η αποκατάσταση!
Και προχώρησαν και κατέβασαν τη λάρνακα στον ναό του αγίου αποστόλου Θωμά, στην περιοχή του Αμαντίου. Δοξολόγησαν, ευχαρίστησαν και η βασιλική πομπή με τη λάρνακα συνέχισε για τον ναό της αγίας Ειρήνης, την εκκλησία από την οποία έδιωξαν κάποτε τον άγιο. Και τον έβαλαν στο σύνθρονο πίσω από την αγία Τράπεζα λέγοντάς του: «Απόλαυβε τον θρόνο σου, άγιε».
Κατόπιν τον πήγαν στον ναό των αγίων Αποστόλων και τον εναπόθεσαν και εκεί στο σύνθρονο. Και τότε ο άγιος μίλησε. Μέσα από τη λάρνακα με τα ιερά του λείψανα ακούστηκε η χρυσή φωνή του να λέει: «Ειρήνη πάσι». Ειρήνη σε όλους. Γιατί ήταν ζωντανός. Και είναι. Και είπε: Ειρήνη σε όλους. Επήλθε πλέον η συμφιλίωση, όπως λέει ο π.Ανανίας, και τον έθαψαν εκεί, στον ναό των αγίων Αποστόλων, πίσω από το ιερό Βήμα, κάτω από την Αγία Τράπεζα.
Τα λείψανά του αφού πήγαν πρώτα στη Δύση, τα επέστρεψαν οι Δυτικοί και πλέον βρίσκονται στο Οικουμενικό μας Πατριαρχείο.
Την ευχή και τις πρεσβείες του μεγάλου αγίου Ιωάννου Χρυστόμου να έχουμε…
No comments:
Post a Comment
Σχόλια