Labels

Wednesday, May 8, 2013

Αποχαιρετώντας τον Λευτέρη Βογιατζή



Ο Λευτέρης έφυγε τη Μ. Πέμπτη απ' αυτή τη ζωή. Ήταν ένας από τους πιο αγαπημένους μου δασκάλους στο θέατρο, αν και είναι ορθότερο να πω φίλος και όχι δάσκαλος, κι ας ήμουν κυρίως μαθήτριά του και ίσως λιγότερο φίλη του. Βλέπετε, αυτός δεν ήταν ακριβώς "δάσκαλος", κι ας βλέπω να χαρακτηρίζεται έτσι  σε πολλά δημοσιεύματα, ή τουλάχιστον, δεν ήταν δάσκαλος με την έννοια που θέλουμε να αποδίδουμε στη λέξη. Ήταν τόσο δάσκαλος όσο κάθε άνθρωπος που έχει πλούσια ψυχή και σε διδάσκει χωρίς να το θέλει, χωρίς να το επιδιώκει ή να το προσπαθεί. Ήταν  δάσκαλος αν κατάφερνες ως μαθητής να εισχωρήσεις στην ψυχή, στη σιωπή και στο βλέμμα του και να τον ανακαλύψεις. Και είχε μεγάλη ψυχή, φλογισμένη, παθιασμένη, τρεμάμενη σαν φλόγα κεριού στο πλέον ανεπαίσθητο αεράκι. Είχε βλέμμα βαθύ και διεισδυτικό. Σιωπή μεγάλη...



Ήταν γύρω στο 1995 - '96. Ερχόταν κάθε Σαββατοκύριακο από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη για να μας κάνει πολύωρα μαθήματα υποκριτικής. Γνωρίζαμε μόνο την ώρα της αφετηρίας και ποτέ την ώρα της λήξης τους, στο Τμήμα Θεάτρου της ΑΣΚΤ. Την πρώτη Κυριακή εκείνων των μαθημάτων, πλησιάζοντας πια το μεσημέρι, σταμάτησε το μάθημα και μας είπε: "Λοιπόν, έχετε μια ώρα καιρό για ένα διάλειμμα. Ακριβώς σε μια ώρα θα ξεκινήσουμε πάλι, αλλά δεν επιτρέπω να φύγει κανένας από τη σχολή για να βγει έξω". Εγώ ήμουν εικοσιπέντε χρονών τότε, μιας και ήταν η δεύτερη σχολή μου, είχα ήδη τα δυο μου κορίτσια τριών και ενός έτους αντίστοιχα. Πήγα και του είπα: "Γιατί να μη φύγουμε; Εγώ θα φύγω και θα είμαι πίσω ακριβώς σε μία ώρα". "Όχι", μου απάντησε με επιμονή, "θα χαθεί η ροή, θα σπάσεις τη συγκέντρωση, δε θα φύγεις". "Θα φύγω", απάντησα με μεγαλύτερη επιμονή, "θα πάω να φάω με τα παιδάκια μου που με περιμένουν και θα γυρίσω στην ώρα μου". "Θ' αφήσεις το μάθημα για να πας στα παιδιά σου; Τα καταστρέφεις όλα!" "Δεν καταστρέφω τίποτα, θα είμαι αποδοτικότερη έτσι, αλλά πού να τα καταλάβετε εσείς τώρα αυτό που το θέατρο είναι και σπίτι και οικογένεια και παιδιά, και δεν έχετε τίποατα άλλο στη ζωή σας;" Γύρισε την πλάτη κι έφυγε σε άλλη αίθουσα. Δεν είπε τίποτα. Τίποτα δεν απάντησε στην τόσο σκληρή μαθήτριά του που για να υπερασπίσει τα παιδιά της τον πρόσβαλλε τόσο απάνθρωπα. Πόσο ντράπηκα εκ των συτέρων για κείνα τα λόγια που ξεστόμισα... Έφυγα καταστεναχωρημένη και πιεσμένη, πολύ αγχωμένη αν όντως θα προλάβαινα να είμαι πίσω στην ώρα μου. Όταν επέστρεψα νόμιζα πως θα μου κρατούσε κακία. Είχα ήδη αντιμετωπίσει αρκετά παρόμοια περιστατικά με άλλους μου καθηγητές σ' εκείνη τη σχολή. Για μένα θέατρο και ζωή ήταν ένα, για πολλούς όμως δεν ήταν έτσι. Με περίμενε στην πόρτα. Άστραψε από χαρά όταν με είδε, θαρρείς και φοβόταν πως δε θα επέστρεφα. Χαμογέλασε πλατιά με το πιο ζεστό χαμόγελο του κόσμου και με ρώτησε: "Τι κάνουν τα παιδάκια σου; Είναι καλά;" Τα έχασα. Δεν ήξερα αν με κοροϊδεύει ή αν το εννοεί. Απάντησα ζαλισμένη πως είναι καλά, και αρχίσαμε το μάθημα. Στο τέλος μάς πρότεινε να πάμε να πιούμε έναν καφέ. Ήρθε και με ρώτησε αν θα πάω μαζί με όλη την ομάδα και όντως πήγα. Σε όλο το δρόμο περπατούσε μαζί μου και με ρωτούσε για τα παιδιά με μια γλύκα ανείπωτη... Έτσι αγαπηθήκαμε...



Πέρασε το εξάμηνο και ήρθε η ώρα για το τελευταίο μάθημα. Δουλεύαμε τη "Μειλίχια" του Ντοστογιέφσκι, σε μια μέτρια μετάφραση που έδινε στο διήγημα τον ατυχή τίτλο "Η Ήμερη". Τον αγαπούσε πολύ τον Ντοστογιέφσκι και ήταν φυσικό. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ήρωάς του. "Το θέμα δεν είναι να διαβάζετε πολλά βιβλία, αλλά να διαβάζετε πολλές φορές το ίδιο βιβλίο" έλεγε. Στο τέλος αυτού του μαθήματος, αφού μας είπε να καθήσουμε, μας ρώτησε τι αποκομίσαμε από το μάθημα, πώς πήγε, πώς ήταν για μας αυτή η εμπειρία. Δεν μιλούσε κανείς μας. Και τι να λέγαμε; Πιο εύκολα θα λύναμε τον γόρδιο δεσμό... Ώσπου με κοίταξε επίμονα. Ήξερε πως θα του έλεγα την αλήθεια, και ήξερα πως γι' αυτήν διψούσε. Αποφάσισα να το κάνω. "Τι πώς πήγε; Είμαστε έτοιμοι να πηδήξουμε από το μπαλκόνι..." είπα. "Δεν καταλάβαμε τίποτα". Έγινε έξω φρενών. Σηκώθηκε πάνω κι άρχισε να φωνάζει: "Και γιατί μου το λες; Ήταν ανάγκη να μου το πεις; Νομίζεις πως εγώ δεν ξέρω πως δεν είμαι καλός δάσκαλος; Πως δεν μπορώ να μεταδώσω τίποτα απ' αυτά που ξέρω; Πως είμαι ένας αποτυχημένος Δεν θα έπρεπε να την κάνω αυτή τη δουλειά...;" Για άλλη μια φορά θα μετάνιωνα γι' αυτά που ξεστόμισα. Για άλλη μια φορά θα μετάνιωνε κι εκείνος. Πάνω που φεύγαμε με φώναξε και μου είπε: "Σ' ευχαριστώ..."



Μετά από εκείνα τα μαθήματα τον συναντούσα κάθε φορά που κατέβαινα Αθήνα. Πάντα πήγαινα κι έβλεπα τις παραστάσεις του και πάντα περνούσα απ' το καμαρίνι του μετά. Όσοι κατάφερναν να συνεργαστούν μαζί του γεννούσαν θαύματα. Χαιρόμασταν πολύ και οι δύο τις συναντήσεις μας. Μια φορά, στο τέλος μιας παράστασης όταν τον ρώτησα πώς είναι, μου απάντησε πως είναι πολύ μόνος. "Άνθρωπον ουκ έχω;" ρώτησα χαμογελώντας. "Από πού είναι αυτή η φράση;", με ρώτησε και του εξήγησα το θαύμα του παραλυτικού στη Βηθσαϊδά.  "Πόσο σε ζηλεύω που πιστεύεις... Ξέρεις πόσο θα ήθελα να πιστεύω κι εγώ;" είπε, και μετά με φώναξε στο καμαρίνι του και με κέρασε σοκολάτα lacta... και βέβαια πάλι με ρώτησε για τα παιδιά, αλλά και για τα βιβλία, γιατί του έστελνα ό, τι έβγαζα.



Το βλέμμα του Λευτέρη είναι χαραγμένο μέσα μου. Βλέμμα άοπλο. Σπάνιο βλέμμα. Διάφανο. Δεν ξέρω αν έχω γνωρίσει άλλον άνθρωπο που να παλεύει έτσι με τα πάθη του. Τον δάγκωναν και τα δάγκωνε. Τον τραυμάτιζαν και τα τραυμάτιζε. Έδινε την εντύπωση θηρίου και μωρού ταυτόχρονα. Είχε όμως μια βαθιά αγνότητα που τίποτα δεν μπορούσε να τη σκιάσει. Έτρεμε τη σιγουριά, τις βεβαιότητες. Μεθούσε με τις λέξεις ψάχνοντας ακατάπαυστα το νόημά τους. Την Κυριακή των Βαϊων ζήτησε να του φέρουν βάγια στο νοσοκομείο... 



Αναπαυμένος να είσαι αγαπημένε μου... μετά από τόσες πρόβες νομίζω πως είσαι έτοιμος για τη μεγάλη παράσταση... 


Στη ΝΕΤ με την Έλλη Στάη στις 15/10/12:
Γραπτή συνέντευξη ένα χρόνο πριν...  http://www.lifo.gr/mag/features/3126


No comments:

Post a Comment

Σχόλια