Tι κάνεις; ρωτά η φουρνάρισσα την ηλικιωμένη γυναίκα που μπαίνει στο φουρνάρικο.
-Αναπνέω, απαντά εκείνη κατηφής.
Ακολουθεί μια χαριτωμένη στιχομυθία όπου τη ρωτώ, «λίγο πράγμα είναι να αναπνέει κανείς;» κι η ηλικιωμένη χαμογελά λέγοντας «πες το ψέματα»…
Φεύγοντας αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό που μπορεί να μετατρέψει την αναπνοή, που από μόνη της είναι ένα θαυμαστό γεγονός άρρηκτα συνδεδεμένο με τη ζωή, σε ανάσα, γεγονός τόσο θαυμαστότερο όσο η δημιουργική στάση ζωής σε σχέση με αυτήν της επιβίωσης. Και αίφνης συνειδητοποιώ πως το προηγούμενο βράδυ της 1ης του Οκτώβρη αυτό ακριβώς κατάφερε ο Σαββόπουλος στο Ηρώδειο τραγουδώντας Χατζιδάκι. Πήρε την αναπνοή μας και την μετέτρεψε σε ανάσα. Ανάσα δημιουργική, βαθιά μέχρι τα σπλάχνα μας, τα πιο κρυφά, ταλαιπωρημένα, εν μέρει σάπια.
Αυτή η συναυλία δεν ήταν απλώς μια υπερπαραγωγή εντυπωσιακή, καλοκουρδισμένη και ευφάνταστη. Από την αρχή μέχρι το τέλος της ήταν απόλυτα συνεπής στην υποταγή, την εμβάθυνση και το θαυμασμό ενός μεγάλου καλλιτέχνη σ’ έναν άλλο μεγάλο, -αν θέλετε και μεγαλύτερο, μικρή σημασία έχει. Η τιμή που απέδωσε ο Διονύσης στον Μάνο, είχε όλο εκείνο το μεγαλείο που έχει μόνο ένα μνημόσυνο ειλικρινές: την τιμή της προσευχής για την βαθύτερη ουσία του εκλιπόντος. Ναι, αυτή ήταν μια συναυλία - προσευχή με τα λόγια και τις μουσικές του Μάνου, καθώς και ιστορίες από τη ζωή του, μέσα από την ολόψυχη εγκόλπωσή τους και κατόπιν απόδοσή τους από το Σαββόπουολο που υπέταξε το μεγάλο χάρισμα του ερμηνευτή και ηθοποιού που διαθέτει για να φωτίσει μια προσωπικότητα και το έργο της που έγραψαν ιστορία στη χώρα μας και σε όλο τον κόσμο.
«Ακούς ένα τραγούδι του Χατζιδάκι· τελειώνει και νιώθεις μέσα σου ευγενέστερος. Γιατί ξεπλένει από μέσα μας κάθε ευτέλεια, ανελευθερία και λαϊκισμό, δικό μας ή των άλλων, αδιάφορο. Υπάρχει κάτι σαν κορυφαία πράξη αντίστασής μέσα σ' αυτά τα αγαπημένα κομμάτια. Σαν γλυκό φως στο σκοτάδι, που μας κάνει πιο ταπεινούς, δηλαδή πιο ικανούς για την αμοιβαία, επιτέλους, συγχώρεση.
Έζησε και εργάστηκε σκληρά, με συνείδηση καταγωγής, ελεύθερο φρόνιμα, γενναιοδωρία και αυστηρότητα αληθινού μάγκα κι ανατολίτη. Έτσι και μόνον έτσι κατέκτησε κάποτε την οικουμένη και εξασφάλισε τη θέση του στην Ευρώπη, με χαρακτηριστική άνεση, σαν παιδί. Σαν Έλληνας. Μου λείπει φριχτά μέσα στη κρίση. Έχω βέβαια τις ηχογραφήσεις του αλλά, τόσα χρόνια συνεχώς, δε μου αρκεί πια μόνον να τις ακούω, θέλω να τα πω κι εγώ αυτά τα τραγούδια, ιδίως τώρα κι ας μη διαθέτω την φωνή που θα προτιμούσε ο Μάνος».
Σαν μαργαριτάρια στο λαιμό των ερειπίων του Ηρωδείου παρατάχθηκαν πάνω από εκατό παιδιά η πολυφωνική χορωδία των Πατρέων και μπροστά τους η ορχήστρα εγχόρδων της ίδια πόλης , οι μουσικοί του Διονύση και μπροστά εκατέρωθεν της ορχήστρας από τέσσερις κοπέλες ντυμένες σε ολοπόρφυρα φορέματα τραγούδησαν.
Ο Διονύσης επί σκηνής, άλλοτε κοιτάζοντας το κοινό κι άλλοτε γυρνώντας του πλάτη, άλλοτε μιλώντας και τραγουδώντας κι άλλοτε ακούγοντας τους επίλεκτους συνεργάτες του παρέδιδε -πιθανόν ερήμην του- ένα μάθημα για τη στάση του δημιουργού στον κόσμο.
Η ερμηνεία του στον «Ηθοποιό», γνωστό από την πρώτη μαγευτική εκτέλεση του Χορν, ήταν μια συγκλονιστική ερμηνεία τραγωδού σε αρχαία τραγωδία. Η μικρή διορθωτική παρέμβαση στο φινάλε του «Κεμάλ» -πως αυτός ο κόσμος δε θα αλλάξει ποτέ- στο ότι ο κόσμος αλλάζει μ’ έναν άνθρωπο σαν τον Χατζιδάκι που δέχτηκε τέτοιο θείο μουσικό δώρο, ήταν το υστερόγραφο της ελπίδας. Το αγκάλιασμα όλων των τραγουδιών του Μάνου, από των πιο άγνωστων μέχρι των αποκηρυγμένων του συνθέτη, όπως «Τα Παιδιά του Πειραιά», ήταν το πλέον αγαπητικό βλέμμα εκείνου που καταφέρνει να συγχωρεί στον άλλον ακόμα κι αυτά που ο ίδιος δεν μπόρεσε να συγχωρήσει στον εαυτό του. Και στο τέλος, η μπάντα του Ναυτικού να εισβάλλει από τις δύο εισόδους ανάμεσα σε κοινό και ορχήστρα κι η μαέστρος Φαίδρα Γιαννέλου να κατεβαίνει και να παίρνει θέση ανάμεσα στους θεατές των κερκίδων, -μια σημασιολογική αντιστροφή έως ακύρωση «κεκτημένων». Αλλαγή θέσης των ενόπλεων δυνάμεων που μπορούν να πολεμούν και να νικούν τον εχθρό με όπλα «μουσικού φωτός», και αλλαγή θέσης μιας μαέστρου που μπορεί να διευθύνει και μέσα από το πλήθος, όχι απέναντι ούτε ψηλότερα απ’ αυτό.
Τραγούδια και ορχηστρική μουσική, αποσπάσματα από Όρνιθες και Λυσιστράτη, φωτογραφίες και βίντεο πάνω στα ερείπια που αναστήθηκαν το βράδυ της 1ης του Οκτώβρη στο Ηρώδειο μάς έκαναν να βουρκώσουμε, να ριγήσουμε, να γελάσουμε, να παίξουμε, να χαρούμε και να συγκινηθούμε βαθιά γιατί μας θύμισαν τον καλύτερο εαυτό μας. Αυτό στο οποίο δικαιούμαστε να στοχεύουμε.
Μπορεί λοιπόν η αναπνοή να γίνει ανάσα και μπορεί η ατομική ανάσα να γίνει ομαδική και παγκόσμια, να μοιραστεί και να πολλαπλασιαστεί όταν πιστέψουμε πως μπορούμε να ονειρευτούμε και να πραγματοποιήσουμε το όνειρο. Αυτό έκανε ο Μάνος που το βλέμμα του από παιδί μέχρι τα στερνά του, όπως αποτυπώνεται σε όλες τις φωτογραφίες του, βλέπει πολύ πιο πέρα από το φακό, στοχεύοντας στην καρδιά αυτού του ονείρου από το οποίο ποτέ δεν παραιτήθηκε.
Συναυλία - αφύπνιση θα την ονόμαζα. Αφύπνιση από το βούρκο στον οποίο μας σέρνουν και αφηνόμαστε παθητικά.
Συναυλία – αντίσταση.
Συναυλία εμπνευσμένη από την ελευθερία του γνήσιου ήθους που δεν ξέρει να υποτάσσεται σε ανόητες φιλοδοξίες, ρηχά συμφέροντα, μικροπολιτικές και εφήμερη ματαιότητα.
Επαναλαμβάνεται το ερχόμενο Σάββατο. Αξίζει να την ανασάνουμε όλοι!
Δημοσιεύτηκε στο protagon.gr
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.dolce&id=18708