Friday, February 12, 2010

Ασκήσεις εδάφους (άσκηση 14η)




Τόσo αγάπησε τον άντρα της η Θεοδώρα που δε δίστασε μετά το θάνατό του να καταφύγει σ’ ένα ευσεβές ψέμα, προκειμένου η Εκκλησία να δεηθεί για την άφεση των αμαρτιών του κεκοιμημένου εικονομάχου αυτοκράτορα Θεόφιλου. Ισχυρίστηκε, λοιπόν, πως ο σύζυγός της λίγο προτού εκπανεύσει, μετενόησε και ζήτησε να προσκυνήσει τις εικόνες, που η γυναίκα του τιμούσε και που αμέσως μετά τον θάνατό του αναστήλωσε. Οι  άλλοι ιεράρχες άρχισαν τις δεήσεις για την ψυχή του, αλλά ο Πατριάρχης Μεθόδιος αφενός υπερασπίζοντας τη θέση της Εκκλησίας πως μπορεί να συγχωρεί τον άνθρωπο όσο μετανοεί εν ζωή, όχι όμως και τα θανάσιμα αμαρτήματα ενός αμετανόητου που έχει πεθάνει, και αμφιβάλλοντας αφετέρου σοβαρά για την αλήθεια των λεγομένων της αυτοκράτειρας, επινόησε ένα τέχνασμα προκειμένου να γνωρίσει τις βουλές της Θείας Πρόνοιας. Έγραψε σε μια περγαμηνή όλα τα ονόματα των εικονοκλαστών αυτοκρατόρων και την απόθεσε στην Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας. Το βράδυ κοιμήθηκε μέσα στο ναό, μέχρι τη στιγμή που ξύπνησε ταραγμένος καθώς μέσα στον ύπνο του είδε άγγελο Κυρίου να τον διαβεβαιώνει πως ο Θεός σπλαχνίστηκε και συγχώρεσε τον Θεόφιλο. Παίρνοντας την περγαμηνή στα χέρια του ο Πατριάρχης είδε στη θέση του ονόματος του Θεόφιλου ένα λευκό κενό, θαυματουργική απόδειξη της άφεσης των αμαρτιών του αυτοκράτορα -μετά θάνατον.

Αυτήν την Αγία Θεοδώρα τιμούμε σήμερα Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου. Τη δεύτερη επιλογή του αυτοκράτορα, μιας και η πρώτη, την ώρα που αυτός περιδιάβαινε τις ωραίες παρθένες παίζοντας στα χέρια του ένα μήλο ως άλλος Αδάμ, προκειμένου να διαλέξει την ωραιότερη για βασίλισσα, ήταν η Κασσιανή. Η ποιήτρια όμως αντιμίλησε στον Θεόφιλο κι έτσι έχασε τα βασιλικά σκήπτρα, κερδίζοντας μια θέση στο μοναστήρι που επέλεξε κατόπιν να διάγει τον βίο της ως μοναχή και στο οποίο και συνέγραψε το περίφημο τροπάριο που ψάλλεται κάθε Μ.Τρίτη.

Την ιστορία αυτή που εδώ παρουσιάζω περιληπτικά, την αναφέρω με λεπτομέρειες και πιο ολοκληρωμένα στο βιβλίο μου: “Σε Τέμπο Κόκκινο”, στο προτελαυταίο κεφάλαιο, “Ηθοποιός”, και το μεγαλύτερο μέρος της είναι αποσπάσματα αντιγραμμένα από τον Παπαδιαμάντη, όπως τη διασώζει ο ίδιος.


Κατηφορίζω με το αστικό προς το κέντρο της πόλης για να πάω στο μάθημα ζωγραφικής. Για μια ακόμη φορά απολαμβάνω τη διαδρομή του. Περνάει από το Επταπύργιο, -μουσειακός χώρος σήμερα, φρικτές φυλακές στο παρελθόν στις οποίες διετέλεσε ως κρατούμενος και ο πατέρας του φίλου μου Κώστα Ζουράρι, περίφημου σεξολόγου της εποχής, αλλά για κακή του τύχη και αριστερού-, τους Αγίους Αναργύρους, -που δωρεάν έλαβαν και δωρεάν έδωσαν το χάρισμα της ίασης στους ασθενείς-, τη Σταυροπηγιακή μονή των Βλατάδων, ακριβώς μετά την Πορτάρα, με τα παγώνια της. Λίγο παρακάτω περνούμε από τους Ταξιάρχες, -τους οποίους ευλαβούμαι ιδιαίτερα και όχι μόνο γιατί αυτοί θα λάβουν την ψυχή μας τη δύσκολη ώρα-, και καθώς το λεωφορείο μπαίνει στην Κασσάνδρου, από τον Άγιο Δημήτριο, τον στρατιωτικό πολιούχο μας, καθώς και τον Άγιο Μηνά πάνω στο λευκό του άτι, λίγο παρακάτω, στην Ίωνος Δραγούμη μέχρι να καταλήξουμε στην πλατεία Ελευθερείας που αποτελει τον τερματικό σταθμό του λεωφορείου.

Είναι πολύ δύσκολο να ζεις στην Θεσσαλονίκη και να μην πιστεύεις στο Θεό και τους αγίους του.  Η αρχαία και βυζαντινή πόλη σε καθορίζει είτε το συνειδητοποιείς είτε όχι. Μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου κάνω ανά πέντε λεπτά το σταυρό μου, όπως και πολλοί άλλοι μέσα στο λεωφορείο. Ψάλλω μέσα μου τα τροπάρια των αγίων, εκτός του Αγίου Μηνά που ακόμα δεν έχω μάθει απέξω. Ζητώ τη συνδρομή τους σε όλα τα δύσκολα. Τους ευγνωμονώ για όλες τους τις δωρεές. Αισθάνομαι την προστασία τους. Την ώρα που μυστικά λέω το “Μέγαν εύρατο”, ακούω πίσω μου μια ανδρική φωνή να τραγουδά σ’ ένα μικρό παιδάκι: “Αχ, κουνελάκι, κουνελάλι, ξύλο που θα το φας…” και συνεχίζει όλο το γνωστό ρεπερτόριο: “Ήταν ένα γάιδαρος με μεγάλα αφτιά…” και άλλα παιδικά σουξέ. “Έλα, μη κοιμάσαι τώρα, θα πάμε να πάρουμε το βιβλιάριο της μαμάς και θα γυρίσουμε μετά γρήγορα σπίτι”, λέει ο νεαρός μπαμπάς στο γιο του που δε μπορεί να κρατήσει τα βλέφαρα ανοιχτά.

Χαμογελώ και σκέφτομαι πως λίγα τραγούδια έχουν να ζηλέψουν τη μακροβιότητα αυτών των τόσο απλών παιδικών τραγουδιών. Τόσα λίγα όσο και οι αγάπες οι αντίστοιχες της Θεοδώρας προς τον σύζυγό της. Όμως νομίζω πως μας αρκεί έστω και ένα παράδειγμα, σαν το παιδικό τραγούδι ενός ανώνυμου που ακόμα τραγουδιέται, σαν την αγάπη μιας βασίλισσας που νικά λογική του κόσμου και σαν το τροπάριο ενός αγίου που αιώνες τώρα δέεται στον ουρανό για μας, για να πιστεύουμε πως υπάρχει ελπίδα για όλους μας και πως όπως τόσο εύστοχα και παράλληλα τόσο σεμνά, το εκφράζει ο Μάνος Χατζιδάκις:
“Κάπου υπάρχει Θεός…”



3 comments:

  1. Πραγματικά δύσκολο να ζεις στη Θεσσαλονίκη και να μη πιστεύεις στο Θεό και τους αγίους Του...
    Ορθώς ελάλησας, Βασιλική! Ελπίζω να μας κατανοούν αν δεν τους σκεφτόμαστε όσο συχνά θάπρεπε.
    Καλή Σαρακοστή!

    ReplyDelete
  2. Σήμερα πήρε το μάτι μου την αφίσα για τη συναυλία του "Εν χορδαίς", και φαντάζομαι θα είναι εκείνη που έγινε στο Χονγκ Κονγκ. Βάλε και μια επίσημη ανακοίνωση, να μη χάσουμε την ευκαιρία να ανταμώσουμε, ίσως...

    ReplyDelete
  3. Θα βάλω και αφίσα και Δελτίο τύπου! Καλή Σαρακοστή Αντώνη!

    ReplyDelete

Σχόλια