Labels

Tuesday, July 31, 2012

Αποχαιρετισμός στον Χρίστο Τσολάκη - Βασιλικής Νευροκοπλή




Υπάρχουν άνθρωποι που όταν έρχεται η ώρα να αφήσουν αυτή τη ζωή τους αποχαιρετούμε με μια συναίσθηση πως συνέβη κάτι νομοτελειακό και άρα φυσιολογικό, άλλοι που όσο τους ζούμε απορούμε πώς γίνεται να έχουν έρθει σ’ αυτόν τον κόσμο, συναισθανόμενοι πως είναι παιδιά ενός άλλου πλανήτη, -είναι αυτοί που συνήθως φεύγουν σε πολύ νεαρή ηλικία από κοντά μας- κι αυτό δεν μας ξενίζει γιατί γνωρίζαμε εξ αρχής πως και πολύ μας ήταν τόσο που μας καταδέχτηκαν, κι άλλοι για τους οποίους ποτέ δεν μας περνά απ’ το μυαλό πως ενδέχεται να πεθάνουν, σαν να είναι υπεράνω ηλικίας και θανάτου. Όσο βρίσκουμε αφύσικο να πεθάνει το φως που ξημερώνει κάθε μέρα, άλλο τόσο αφύσικο είναι να πεθάνουν κι αυτοί. Ένας τέτοιος ανθρώπους ήταν, -ναι, ήταν, δεν είναι πια- ο Χρίστος Τσολάκης που το όνομά του όλοι γνωρίζουμε από το βιβλίο της Γραμματικής που διδαχτήκαμε στα σχολειά μας.
Σαν ηλεκτρικό ρεύμα με διαπέρασε σήμερα, Δευτέρα 30 του Ιούλη του 2012, η είδηση του θανάτου του. Αφού μούδιασε όλο το σώμα μου απ’ την κορφή ως τα νύχια, άρχισα να κλαίω σαν μωρό παιδί που έχασε τον πατέρα του, τον προστάτη του, τον άγγελό του. Μα γίνεται να πεθαίνει ο άγγελός σου; Το φως της ζωής σου, αυτό που σε ξύπνησε στα δεκαοχτώ σου χρόνια και σου δίδαξε την πιο βαθιά αλήθεια του είναι σου ένα πρωινό σε μια λυόμενη αίθουσα του Παιδαγωγικού Τμήματος του ΑΠΘ, γίνεται να πεθαίνει; Να, που γίνεται κι αυτό…
Ακριβώς ένα χρόνο πριν έκανα για τον Χρίστο ένα μικρό αφιέρωμα στο μπλογκ μου με αφορμή τη συνέντευξη που είχε δώσει στην εκπομπή «Στα Άκρα» . Θυμάμαι πως όταν τελείωσα το κείμενό μου αναρωτήθηκα γιατί έγραψα τόσα λίγα, ενώ μπορούσα να γράψω τόσα περισσότερα βγαλμένα από τις αναρίθημτες στιγμές που ζήσαμε μαζί, και είπα μέσα μου, είναι ζωντανός και όσο είναι ζωντανός, θα προσθέτει και θα προσθέτει ατελείωτα ριπές φωτός, ας μην βιάζομαι… 
Και τώρα, δεν ξέρω τι να κάνω τις λέξεις και τη γραμματική τους που μου δίδαξε… Δεν ξέρω πώς να τις χειριστώ για να μιλήσω για τον Δάσκαλό μου και Πατέρα μου στη γνώση και την αρετή… για τον μεγάλο Δάσκαλο της χώρας μας και ακούραστο εργάτη των γραμμάτων της. Πώς να μιλήσεις για την ακατάπαυστη ορμή της αγάπης του προς όλους και κυρίως προς τα παιδιά, το ελεύθερο πνεύμα του, τον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του, τη λεπτή του διάκριση, το άγγιγμά του που ήταν φωτιά, το βαθύ του βλέμμα, το στοχαστικό και διεισδυτικό μυαλό του, το όραμά του, την λεπτεπίλεπτη ευγένεια της ψυχής του, την ολοκάθαρη σαν μικρού παιδιού καρδιά του;
Καλπάζουσα ήταν η αρρώστια που τον βρήκε, και πώς αλλιώς, αφού ένας καλπασμός ήταν όλη του η ζωή… Ένας καλπασμός της αστραπής της θεότητας που κουβαλούσε, διαφύλαττε ακέραια μέσα του και σκόρπιζε προς όλους, αυγατίζοντάς την…
Τα συρτάρια του γραφείου του πάντα γεμάτα καραμέλες για τα παιδιά που θα έρχονταν και που είκοσι χρόνια μετά ακόμα τις θυμούνται. Το στόμα του γεμάτο λόγια γλυκά για τον καθένα. Η καρδιά του ένας κήπος με λουλούδια αμάραντα. Και το μυαλό του αστραφτερό κι ακονισμένο ξυράφι που θέριζε αλύπητα τα αγκάθια των ιδεολογιών για να καρπίσουν ανεμπόδιστα οι καρδιές που αγαπούν αληθινά.
Για να μιλήσει στον άλλον, γινόταν ο άλλος. Έτσι και για να αναλύσει τον Καβάφη, τον Σολωμό, τον Παπαδιαμάντη, τον Ελύτη και τους Τραγικούς, έμπαινε στις λέξεις και τους στίχους τους κι ανάμεσά τους κυκλοφορούσε με την άνεση Ολυμπιονίκη που κάνει απλώς μια τυπική προπόνηση. Είχε το κλειδί της αγάπης, η ύπαρξή του όλη αγάπη ήταν. Φλεγόταν από αυτήν και γι’ αυτό και δούλευε απ’ τη νύχτα ως τη νύχτα δίχως να κουράζεται. «Πώς γίνεται να κουράζονται οι άνθρωποι, δεν καταλαβαίνω», έλεγε, «γίνεται να αγαπάς αυτό που κάνεις και να κουράζεσαι; Δεν ξέρω, εγώ δεν κουράζομαι ποτέ…». 
Ήσουν ο κύριος Χρίστος μου, και ήμουν η αγαπημένη σου φοιτήτρια, όπως σου άρεσε πάντα να με συστήνεις, κι ας ήξερα πως είχες πολλούς αγαπημένους φοιτητές. Τώρα, είσαι ο Χρίστος μου που πέταξε μακριά μου, κι εγώ δεν ξέρω τι είμαι... Κι αν λέμε πως γίναμε πολύ φτωχότεροι γι’ άλλη μια φορά, σαν άνθρωποι και σαν Ελλάδα που τόσο αγάπησες, σκέφτομαι για να παρηγορηθώ πως έγινε πλουσιότερος ο Ουρανός, κι αν γίνεται ο Ουρανός πλουσιότερος δε θα βρέξει και λίγη απ’ τη χρυσή βροχή του και σ’ εμάς, αν δεν κάηκε εντελώς η γη μας; 
Καλό ταξίδι Χρίστο μας, Δάσκαλε και Πατέρα μας στη Γνώση και την Αρετή… Καλό σου ταξίδι κι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει αγαπημένε…


Δημοσιεύτηκε στο Aντίφωνο
http://www.antifono.gr/portal/Προσεγγίσεις/2012-04-29-17-35-45/3808-Αποχαιρετισμος-στον-Χρίστο-Τσολάκη.html 

Monday, July 30, 2012

Καλό σου ταξίδι λατρεμένε μου Δάσκαλ και,Πατέρα στη γνώση και την αρετή

Η λύπη του ερημίτη





Ακόμα κι εδώ



σ' αυτό το απόμακρο βουνό


που ζωγραφίστηκε από πράσινο παλλόμενο


και τα πουλιά γνωρίζουν ν' απαντούν στη σιγαλιά


Εδώ που αγριοσυκιές λαχτάρησαν ρουθούνια


μήπως κλέψουν βίαια το άλλως αδικοχαμένο άρωμά τους


κι οι πέτρες σπαταλούν την ύπαρξή τους στη φαντασίωση


να τις κλωτσήσει ένα επιπόλαιο πόδι για να πάνε παρακάτω


Εδώ που φίδια νοστάλγησαν το μίσος μιας σάρκας


προς το δηλητήριο που επαξίως κουβαλούν


και το χώμα στέγνωσε ολότελα από την προσδοκία


να σπαρθεί για να γεννήσει νιούτσικο βλαστάρι


Ναι, ακόμα κι εδώ


η λύπη ανακάλυψε τον ερημίτη που τόσο τη γαλήνη πόθησε


κι ορμά με πάθος στη φωτιά της προσευχής του


Ηρωδιάδα αναστενάρισσα με πάλευκα πόδια γυμνά


δίχως να καίγεται από τα κάρβουνα της φτωχής καρδιάς του


μεθώντας από το κρασί των τόσων του δακρύων


και τρώγοντας απ' το σώμα των πολλών του αμαρτιών


για να ζητήσει σε λίγο ως επιβράβευση απ' τον Ηρώδη


τον αποκεφαλισμό της ελπιδας που -παρ’ όλα αυτά-

ο ερημίτης έχει ακόμα στον Θεό…







Saturday, July 28, 2012

4, 5, 6 Χάι κου του Ιούλη





4. Στιγμή

Χάδι του πεύκου
στο σώμα του ανέμου
το άγγιγμά σου


5. Νύχτα

Μαύρη ζητιάνα
απ' το ηλεκτρικό φως
αποδιωγμένη


6. Ρολόι τοίχου

Σταθερό τέμπο
σε μελωδία ανέμου
-μην παρασυρθώ


1, 2, 3 Xάι κου του Ιούλη



1. Θάνατος

Πώς χωρίζεται
σύννεφο το σύννεφο
έτσι πέταξες


2. Ασφυξία

Δαγκώνει ο κισσός
το ξύλινο μπαλκόνι
αγάπη τυφλή


3. Οι λέξεις

Δρόμοι στο χαρτί
Αχθοφόροι μέρμηγκες
τους καταπατούν


Friday, July 27, 2012

O Άγιος Παντελεήμων





Τὸν καιρὸ ποὺ τὰ μαῦρα σύννεφα τῆς εἰδωλολατρείας σκέπαζαν ἀπειλητικὰ ὅλη τὴν οἰκουμένη, στὰ τέλη δηλαδὴ τοῦ τρίτου αἰώνα μετὰ Χριστόν, γεννήθηκε στὴ Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὁ Ἅγιος μεγαλομάρτυρας Παντελεήμων. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης ἦταν ὁ φοβερὸς διώκτης τῶν Χριστιανῶν, ὁ Μαξιμιανός.

Ὁ πατέρας τοῦ λεγόταν Εὐστόργιος καὶ ἦταν εἰδωλολάτρης ἀξιωματοῦχος, μέλος τῆς συγκλήτου. Ἡ μητέρα τοῦ λεγόταν Εὐβούλη καὶ ἦταν θερμὴ Χριστιανή. Τὸ ὄνομα ποὺ ἔδωσαν στὸ παιδὶ τοὺς ἦταν Παντολέον.

Ὁ Παντολέον ἦταν πολὺ ἔξυπνος, εὐγενικός, ἐπιμελής, ταπεινὸς καὶ πράος, γεμάτος ἀρετή, παρ’ ὅλο ποὺ ἀκόμη δὲν εἶχε βαπτιστὴ Χριστιανός. Ὅταν μεγάλωσε, ὁ πατέρας τοῦ τὸν παρέδωσε σ’ ἕνα φημισμένο γιατρό, τὸν Εὐφρόσυνο , γιὰ νὰ τοῦ διδάξει τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Σὲ λίγο καιρὸ ὁ Παντολέον ξεπέρασε ὅλους τους συνομήλικούς του στὴ μόρφωση καὶ ὅλοι μιλοῦσαν μὲ θαυμασμὸ γιὰ τὸ χαρακτήρα του. Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας, μαθαίνοντας γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἐξυπνάδα του, τὸν προόριζε γιὰ νὰ γίνει γιατρὸς στὸ παλάτι, ὁ γιατρὸς τῶν ἀνακτόρων.

Τὸν ἴδιο καιρὸ ὁ γέροντας ἱερέας τῆς Νικομήδειας Ἐρμόλαος, φωτισμένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάλεσε στὸ σπίτι ποὺ κρυβόταν τὸν Παντολέοντα γιὰ νὰ τὸν γνωρίσει. Ἀφοῦ συνομίλησαν γιὰ πολλὴ ὥρα, ὁ Ἐρμόλαος κατενθουσιάστηκε ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ποὺ κοσμοῦσαν τὸν νέο καὶ ἀποφάσισε νὰ τοῦ γνωρίσει τὴν πίστη στὸ Χριστό. Ἔτσι ἀναπτύχθηκε ἀνάμεσά τους μία ἄριστη πνευματικὴ σχέση. Ὁ Παντολέον ἐπισκεπτόταν καθημερινὰ τὸν Ἅγιο Ἐρμόλαο καὶ ἀπολάμβανε τοὺς Χριστιανικούς του λόγους. Στερεωνόταν ἔτσι σιγὰ σιγὰ στὴν ἀληθινὴ πίστη.

Ἕνα ἐντυπωσιακὸ γεγονὸς κάνει τὸν Παντολέοντα νὰ πάρει τὴ σοβαρὴ καὶ γενναία ἀπόφαση νὰ δεχθεῖ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, νὰ γίνει Χριστιανός. Ἐνῶ περπατοῦσε στὸ δρόμο συνάντησε ἕνα παιδὶ ποὺ τὸ δάγκωσε μία ὀχιὰ καὶ πέθανε. Λέει λοιπὸν στὸν ἑαυτό του: Θὰ προσευχηθῶ στὸ Χριστὸ νὰ ἀναστήσει αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ ἂν πράγματι τὸ παιδὶ ἀναστηθεῖ, ἐγὼ πιὰ δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ καθυστερῶ τὴ βάπτισή μου, θὰ γίνω Χριστιανός, θὰ πιστέψω ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεὸς ὁ ἀληθινός, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Αὐτὰ σκέφτηκε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Κύριο. Ἀμέσως τὸ παιδὶ ζωντάνεψε καὶ τὸ φίδι ἀπέθανε.

Γεμάτος χαρὰ ὁ Παντολέον τρέχει στὸ γέροντα Ἐρμόλαο, τοῦ διηγεῖται τὸ θαῦμα καὶ τοῦ ζητᾶ νὰ τὸν βαπτίσει. Καὶ ὁ Ἐρμόλαος, ἐπειδὴ γνώριζε ποιὸς ὁδηγεῖται στὴν τελειότητα, γεμάτος συγκίνηση ὁδήγησε στὸ φωτισμὸ τοῦ θείου βαπτίσματος τὸν Παντολέοντα.

Ἀπὸ τότε ὁ Παντολέον ἔγινε ἀνάργυρος ἰατρός. Θεράπευε μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοὺς ἀσθενεῖς, χωρὶς νὰ παίρνει καθόλου χρήματα. Ἀκόμη, ὅταν εὕρισκε φτωχούς τους βοηθοῦσε ποικιλότροπα, δίνοντας τοὺς χρήματα καὶ ἄλλα ἀναγκαῖα εἴδη. Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐντυπωσιακὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου ἦταν ἡ θεραπεία ἑνὸς τυφλοῦ, μὲ τὴ δύναμη καὶ πάλι τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ μας, τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ θαυμαστὲς θεραπεῖες τοῦ Ἁγίου προκάλεσαν τὸ θαυμασμὸ τῶν κατοίκων τῆς Νικομήδειας, ἀλλὰ καὶ τὸ μίσος καὶ τὸ φθόνο τῶν ἄλλων ἰατρῶν τῆς πόλης. Οἱ τελευταῖοι κατάγγειλαν τὸν Παντολέοντα στὸν Αὐτοκράτορα Μαξιμιανό, τὸ φοβερὸ αὐτὸ διώκτη τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Ὁ Μαξιμιανὸς κάλεσε τὸν Ἅγιο στὰ ἀνάκτορα γιὰ νὰ ζητήσει ἐξηγήσεις. Ὁ Ἅγιος ὁμολόγησε μὲ θάρρος ὅτι εἶναι Χριστιανός. Ὁ αὐτοκράτορας στὴν ἀρχὴ προσπάθησε νὰ τὸν πείσει μὲ διάφορες κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Παντολέον ὅμως ἔμεινε πιστὸς καὶ ἀκλόνητος. Δὲν ἀρνήθηκε. Δὲν πρόδωσε τὸ Χριστό.

Ὁ αὐτοκράτορας ἐξαγριωμένος, διέταξε φοβερὰ βασανιστήρια, γιὰ νὰ κλονίσει τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν ἐξαναγκάσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα.

Οἱ στρατιῶτες τοῦ αὐτοκράτορα, ἄρχισαν νὰ τοῦ ξέουν τὴ σάρκα μὲ μαχαίρια καὶ νὰ καῖνε τὶς πληγὲς μὲ λαμπάδες. Ὁ Χριστός, ὅμως,ἦλθε σὲ βοήθεια τοῦ Ἁγίου καὶ τοῦ θεράπευσε τὶς πληγές, φωτίζοντας τὸν μὲ ἀστραπές. Στὴ συνέχεια ἔβαλαν τὸν Παντολέοντα μέσα σὲ ἕνα καζάνι ποὺ ἔβραζε. Μὲ τὴ βοήθεια ὅμως καὶ πάλι τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος ἔμεινε σῶος καὶ ἀβλαβὴς καὶ ἡ φωτιὰ θαυματουργικὰ ἔσβησε. Ἀκολούθως βύθισαν τὸν Ἅγιο στὰ βάθη τῆς θάλασσας, ἀφοῦ ἔδεσαν στὸ λαιμὸ τοῦ μία τεράστια πέτρα. Ὁ Χριστός, ὅμως, ἔκανε τὴν πέτρα πιὸ ἐλαφριὰ ἀπὸ φύλλο καὶ ἔδωσε στὸν Παντολέων τὴ δύναμη νὰ περπατᾶ πάνω στὰ νερά. Ἔτσι σῶος καὶ ἀβλαβής, βγῆκε στὴ στεριά. Στὴ συνέχεια ἔρριξαν τὸν Ἅγιο σὲ πεινασμένα ἄγρια θηρία. Ὅμως τὰ ζῶα, ἀντὶ νὰ τὸν κατασπαράξουν, ἔγλειφαν ἤρεμα καὶ εἰρηνικὰ μὲ τὴ γλώσσα τοὺς τὰ πόδια του, κουνόντας τὶς οὐρές τους.

Ἔκπληκτος ἀλλὰ καὶ ἐξαγριωμένος ὁ ἡγέμονας, διατάσσει τὸν ἀποκεφαλισμὸ τοῦ Ἁγίου. Θαυματουργικὸς τὸ ξίφος λυγίζει καὶ ἀντὶ αἷμα τρέχει γάλα. Λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο τοῦ Ἁγίου, ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπ’ τὸν οὐρανό. Ἦταν ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Παντελεήμων, ποὺ σημαίνει τὸν Ἅγιο ποὺ ὅλους τους βοηθᾶ καὶ τοὺς ἐλεεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς ἐχθρούς του.

Τὸ Τίμιο Σῶμα τοῦ Ἁγίου τάφηκε μὲ τιμὲς ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς. Ἡ ἐκκλησία μᾶς τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ τὴν 27 ἡ Ἰουλίου.



 

Thursday, July 26, 2012

Εφτά λόγοι υπεράσπισης της Βούλας Παπαχρήστου και τρεις υποσημειώσεις πάνω στις δηλώσεις των πολιτικών κομμάτων μας.

 
  

1ον. Είναι ολοφάνερο πως αυτό που διακίνησε μέσω twiter η Παπαχρήστου και χαρακτηρίστηκε "ρατσιστικό", είναι ένα κοινό ανέκδοτο από τα αναρίθμητα ανάλογα ανέκδοτα που σε μια στιγμή χαλάρωσης και ελαφρότητας -που όλοι δικαιούμαστε να βρεθούμε- μπορεί να μας διασκεδάσει όλους, να το διακινήσουμε και μετά να το ξεχσάσουμε, γιατί στάθηκε μόνο μια αφορμή για λίγο γέλιο και δεν είναι κάτι που θα τροφοδοτήσει τις αγωνίες, τη σκέψη μας, όποια δουλειά κάνει ο καθένας μας. Υπάρχει ανάμεσά μας κανείς που να τον έδιωξαν από τη δουλειά του εξαιτίας ενός ανέκδοτου; Δεν το βρίσκω καν ιδιαίτερα χοντρό, όπως τα ανέκδοτα για τα σαπούνια και τους Εβραίους. Τα κουνούπια πινουν το αίμα ολονών μας αδιακρίτως... Δεν είναι γνωστό αυτό; Κάνουν διακρίσεις;

2ον. Το γεγονός του αποκλεισμού της αθλήτριας είναι η αποτύπωση της υποκρισίας των "άμεμπτων" εκπροσώπων της "Ολυμπιακής Ιδέας" -που ενέχει θέση εγκυρότερη από μια επισημη θρησκεία ενός κράτους ή λαού ως φαίνεται- αλλά και των εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου. Με άλλα λόγια: διυλίζουμε τον κωνωπα, την δε κάμηλον καταπίνουμε.
3ον. Αναρωτιέμαι αν θα συνέβαινε το ίδιο αν το ανέκδοτο είχε θέμα θρησκευτικό, αφορούσε, ας πούμε, την Καθολική εκκλησία και τον Πάπα. (Θα σας έλεγα ένα ωραίο, αλλά τώρα φοβάμαι μη σταθεί αιτία αφορισμού μου, ο Θεός ξέρει από ποιους...) Προσωπικά, πάλι ανέκδοτο θα το θεωρούσα, αλλά λέμε τώρα, τι θα έκαναν οι υποκριτές...

4ον. Γιατί εστιάζεται ο αποκλεισμός της αθλήτριας στο γεγονός πως ακριβώς αυτή τη στιγμή εκπροσωπεί την χώρα μας στους Ολυμπιακούς αγώνες; Τι θα πει "εκπροσωπώ την χώρα μου" και αν έκανε ακριβώς το ίδιο σε μια άλλη στιγμή, γιατί οι υποκριτές θα αντιδρούσαν διαφορετικά; Ποιος από μας δεν πρέπει ανά πάσα στιγμή να νιώθει πως εκπροσωπεί την χώρα του, αλλά κυρίως και πάνω απ' όλα όλο το ανθρώπινο γένος; Αυτό ονομάζουμε ήθος; Άλλα να πρεσβεύουμε δημόσια και άλλα ιδιωτικά; Δεν είναι μάθημα κοινωνικής υποκρισίας αυτό;
5. Πώς φτάνει μια αθλήτρια να απαντά σε όλο αυτό λέγοντας: "είμαι μόνο αθλήτρια και δεν έχω καμία σχέση με την πολιτική;" Και μόνο αυτή η απάντηση, για μένα θα ήταν υπέρ αρκετή για να τα μαζέψουν οι υπερασπιστές της "Ολυμπιακής Ιδέας" και να πάνε σπίτια τους, γιατί αυτή είναι η ενσυνείδητη αλήθεια της Παπαχρήστου και όχι το ανέκδοτο. Διότι, αυτό το πράγμα ακριβώς κατασκευάζει το "Ολυμπιακό Ιδεώδες": κούκλες καλοκουρδισμένες να καταρρίπτουν ρεκόρ και να μην έχουν ουδεμία σχέση όχι με την πολιτική, αλλά ούτε με τον εαυτο τους, ούτε με τον έρωτα, ούτε με τη ζωή εν γένει.
Και όταν επιτυχει τόσο το καλοκουρδισμένο κατασκεύασμα τότε πράγματι μας εκπροσωπεί μόνο στον αθλητισμό και όσο και να θέλει είναι φύσει αδύνατον να μας εκπροσωπήσει σε τίποτα άλλο, άρα δεν τίθεται κατ' ουσίαν κανένα άλλο ζήτημα.

6ον. Πίσω απ' αυτόν τον αποκλεισμό και όλες τις δηλώσεις των πολιτικών, είναι σαφές πως επιτέλους βρήκαμε τον αποδιωπομπαίο τράγο που γυρεύαμε για να αποκτήσει η χώρα μας και πάλι "πρόσωπο με κύρος". Όχι, εμείς δεν τα ανεχόμαστε αυτά, είμαστε σοβαροί και ηθικοί, μπορεί στα οικονομικά να τα έχουμε σκατώσει, αλλά αγαπάμε όλους τους λαούς του κόσμου -και μάλιστα με τον πλέον δουλικό τρόπο που ούτε ένα αστείο δεν σηκώνουμε. Σας το αποδείκνύοουμε!

7ον. Θα έπρεπε να γνωρίζουν όλοι αυτοί οι ανόητοι πως καμιά ιδεολογία δεν είναι σοβαρή και άξια λόγου όταν δεν συνοδεύεται από πράξεις. Έτσι, ρατσισμός δεν είναι το ανέκδοτο που θα πεις, αλλά η πράξη βίας που θα ασκήσεις απέναντι σ' έναν ξένο. -Ψιλά γράμματα...

Υποσημειώσεις
Αφορούν μεταφράσεις των άκρως εντυπωσιακών δηλώσεων των πολιτικών μας κομμάτων:
1ον. ΔΗΜΑΡ: "Βλέποντας από την τηλεόραση τους Ολυμπιακούς αγώνες ας κάνει όσα άθλια "αστεία" θέλει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σίγουρα όμως δεν μπορεί να εκπροσωπεί την Ελλάδα στο Λονδίνο". (μτφ. Η τιμωρία του ανεύθυνου εκπροσσώπου της χώρας είναι ταυτόχρονα η επιβράβευση και δικαίωση του ανεύθυνου ιδιώτη όπως τον φτιάξαμε εμείς οι πολιτικοί)

2ον. ΠΑΣΟΚ: "Ζητήματα που αφορούν την ανθρώπινη υπόσταση δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται με ελαφρότητα από κανέναν και ειδικά από μέλη της αθλητικής κοινότητας τα οποία αποτελούν σύμβολα για νέους ανθρώπους." (μτφ. Εφόσον αποσυμβολοποιήθηκε η πολιτική και τα πρόσωπά της, συμβολοποίησε τον αθλητισμό, -ερήμην του-. Πώς θα ζήσουμε χωρίς σύμβολα;)
3ον. ΣΥΡΙΖΑ: Δηλώσεις ρατσιτστικού μίσους της αθλήτριας Β.Π της εθννικής ομάδας στίβου που συμμετέχει στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου βάλλουν εναντίον του αθληρικού ιδεώδους και της συναδέλφωσης των λαών. (μτφ. Εμείς δεν ξέρουμε από χιούμορ και ανέκδοτα, για μας όλα αποτελούν "δήλωση").
 
 
Οι παραπάνω σκέψεις είναι πάνω στο σχετικό δημοσίευμα:

Wednesday, July 25, 2012

"Επιστροφή"



Ναι, είναι αλήθεια πως αναχωρώ


για τον τόπο που ονομάσαν Ξένο


Δεν έχει ομορφότερο


μακρινότερο


ούτε πιο οικείο






Πλασμένος απ’ τις πρώτες ύλες


που αρμολόγησαν τον κόσμο


αγάπη καθαρή


δίχως αντικατοπτρισμούς σε είδωλα


σιωπή σφυρηλατημένη από χάρη


λόγος αμόλυντος


δεν τον διαβάζεις μήτε τον ακούς


τον βλέπεις






Μπορείτε να με αποκαλέσετε μισάνθρωπο


ακόμα και απάνθρωπο μπορείτε να με πείτε


και αγνώμονα, ναρκισιστή, τομαριστή


αν θέλετε γελοίο, ηλίθιο και αισχρό


και ποταπό και συμφεροντολόγο και περίσσια ανήθικο


Ω, ό, τι κι αν πείτε θα είναι τόσο λίγο


Το ομολογώ με θράσος θλιβερό






Είμαι στ’’ αλήθεια όλα αυτά και τόσα άλλα


που το πούπουλο που υπήρξα μια φορά


δεν τα σηκώνει


Αν θέλω


να παραμείνει ζωντανό


-όχι ακέραιο, ξεπούλησα


την ακεραιότητά του στα παζάρια


ν’ αγοράσω μπιχλιμπίδια-


πρέπει όλα να τα ξεφορτώσω


σ’ αυτήν εδώ την όχθη


Και θέλω






Στης μοναξιάς τη βάρκα ήδη κωπηλατώ


για τον τόπο που μερικοί ονόμασαν Καρδιά


και άλλοι Ξένο


ο ξένος εγώ και άκαρδος


απατημένος απ’ τον εαυτό μου


που προσκύνησα θεό






Μάκρυναν τα μαλλιά μου


Μου χαϊδεύουν το λαιμό


Τι χάδι…






Το πρωινό αεράκι


βελονιάζει τα ρουθούνια μου


μ’ άρωμα ώριμης συκιάς…






Everything will be all right


Everything is all right




Παρθενώνας, τελευταίες μέρες του Ιούλη, 2012

Sunday, July 22, 2012

"Η φιλανθρωπία του τσιγάρου" - Βασιλικής Νευροκοπλή




Βουκουρέστι, Νοέμβριος του 2007. Καθισμένη σε μια πιτσαρία του ιστορικού κέντρου της πόλης, περιμένω να έρθει η πίτσα που παρήγγειλα. Με το που ανάβω το τσιγάρο μου, το γκαρσόνι με σερβίρει. Σβήνω το τσιγάρο στο γυάλινο σταχτοδοχείο που έχει στον πάτο του βρεγμένη χαρτοπετσέτα κι αρχίζω να τρώω. Ένας άντρας γύρω στα σαράντα πέντε έρχεται καταπάνω μου σαν τηλεκατευθυνόμενο. Ψιλόλιγνος με γαμψή μύτη, λερωμένη άσπρη πουκαμίσα έξω απ’ το παντελόνι, μαλλιά τραβηγμένα προς τα πίσω με τα δάχτυλα. Απλώνει αστραπιαία το αριστερό του χέρι και μέχρι να πάρει το μουσκεμένο αποτσίγαρο το γκαρσόνι έχει ξεπροβάλλει για να τον διώξει. Ο άντρας εξαφανίζεται με το λάφυρο ανά χείρας, ενώ εγώ προσπαθώ να συνειδητοποιήσω τι συνέβη μέσα σ’ αυτά τα συμπιεσμένα δευτερόλεπτα. Γιατί ενοχλήθηκε τόσο το γκαρσόνι και τι είδους προστασία είναι αυτή που πουλάει στον πελάτη αντιμετωπίζοντάς τον ως ανήμπορο βρέφος, αφαιρώντας του την ελευθερία να χειριστεί ένα περιστατικό σαν αυτό. Ύστερα θλίβομαι μια φορά που ο άντρας δεν μου ζήτησε ένα ακέραιο τσιγάρο και  δυο φορές που δεν είχα την ετοιμότητα να του το προσφέρω χωρίς να μου το ζητήσει.
Κωνσταντινούπολη, Ιούλιος του 2011, Πλατεία Τaksim. Περιμένω ήδη τόση ώρα στην αφετηρία των λεωφορείων που σκέφτομαι να προτιμήσω ένα dolmuz taxi. Δεν το αποφασίζω όμως κι αναρωτιέμαι γιατί διστάζω αφού έχω βαρεθεί περιμένοντας είκοσι λεπτά με τον ήλιος να με βαράει αλύπητα. Με το που ανάβω ένα τσιγάρο με πλησιάζει ένας γέρος με πατερίτσες. Ασπρομάλλης, κοκαλλιάρης, και όλα τα επίθετα εις -άρης της ανέχειας, μου κάνει νόημα να του δώσω ένα τσιγάρο. Του δίνω αμέσως, αφήνει τις πατερίτσες και κάθεται στο παγκάκι της στάσης. Το ανάβει με τον αναπτήρα του κι εγώ τον παρατηρώ πώς απολαμβάνει τις ρουφιξιές σαν την μεγαλύτερη ηδονή της ζωής. Τελειώνει, σηκώνεται, αναλαμβάνει τις πατερίτσες του, -ή μάλλον τον αναλαμβάνουν αυτές-, και κούτσα κούτσα παίρνει τον δρόμο του, ενώ εγώ προχωρώ προς την πιάτσα των dolmuz (ταξί χωρητικότητας περίπου δέκα ανθρώπων).
Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2012, πλατεία Ελευθερίας. Η νύχτα πλησιάζει διακριτικά, αλλά αποφασιστικά. Περιμένω λεωφορείο στη στάση της Βενιζέλου, κάθετο της παραλιακής. Στον ηλεκτρονικό πίνακα αναγράφεται αναμονή δέκα λεπτών. Ανάβω τσιγάρο σάμπως μ’ αυτό να γεμίζω τον κενό χρόνο ή ν’ αποκτώ συντροφιά. Ένα μελαχρινό αγόρι αριστερά μου περιεργάζεται με το βλέμμα του το πεζοδρόμιο, τον σκουπιδοτενεκέ των εισιτηρίων, την άσφαλτο. Σκύβει και παίρνει κάτι μικρό, το κοιτάζει εξονυχιστικά, ξανασκύβει, μαζεύει ένα άλλο. Φορά ένα μαύρο φανελάκι χωμένο στο τζιν του. Έχει ανοιχτές πλάτες και μικρή καμπούρα αδικαιολόγητη για την ηλικία του, -από το πολύ σκύψιμο, σκέφτομαι. Δεν είναι πάνω από τριάντα, με πλούσιο μαλλί κατράμι. Καθώς εξετάζει τα ευρήματά του σηκώνομαι χωρίς δεύτερη σκέψη και βγάζοντας δυο τσιγάρα λίγο πιο έξω από το πακέτο τείνω το χέρι σιωπηλά. Πριν τα πάρει με κοιτάζει. Χαμογελούμε κι οι δυο κι ειπώνονται μεμιάς όλα όσα δεν ονομάζουμε. Παίρνει τα δυο τσιγάρα κι εγώ ξανακάθομαι στο παγκάκι της στάσης. Ανοίγει το φερμουάρ της μπανάνας που φορά στη μέση και τα τοποθετεί στο εσωτερικό της πολύ προσεκτικά σαν να επρόκειτο για πορσελάνες των Σεβρών. Μπαίνουμε στο ίδιο λεωφορείο. Παρόλο που η θέση δίπλα του είναι άδεια δεν την προτιμώ. Θέλω να είναι ελεύθερος από εμένα κι εγώ απ’ αυτόν. Λίγο προτού κατέβει στρέφει το βλέμμα. Το αποφεύγω. Δεν θέλω να νιώθει πως μου χρωστάει κάτι. Μετά το μετανιώνω. Τι θα πείραζε αν τον χαιρετούσα; Και γιατί δεν του έδωσα όλο μου το πακέτο, αφού μπορούσα να αγοράσω άλλο μετά;
Τρία από τα πάμπολλα ανάλογα περιστατικά που μου έχουν τύχει. Από τη μια πολλοί συνάνθρωποί μας στερούνται αυτό το ελάχιστο, τόσο απαγορευμένο και κατατρεγμένο, -σαν κι αυτούς-, τσιγάρο. Απ’ την άλλη πολλοί από μας το ίδιο αυτό βασικό αγαθό, -μάλιστα, περί βασικού αγαθού πρόκειται- το πετάμε μισοκαπνισμένο. Στην περίπτωσή μου το να προσφέρω ένα τσιγάρο αποτελεί τη μοναδική φιλανθρωπία που εξασκώ σχεδόν σαν σπορ που με εξιλεώνει κάπως από το πάθος του καπνίσματος. Κάποτε φτάνω να πιστεύω πως καπνίζω προκειμένου να μοιράζω τσιγάρα σε όσους δεν έχουν. Μ’ έναν παράλογο –κι αντίθετο στις ηθικές επιταγές της υγείας- τρόπο, αυτή η ελάχιστη κίνηση δωρεάς αυτού του ουτιδανού αντικειμένου με ενώνει με όλους αυτούς που για διάφορους λόγους δεν τα κατάφεραν ούτε τόσο δα. Τώρα γιατί εγώ αγαπώ αυτούς που δεν τα καταφέρνουν ούτε τόσο δα, δεν ξέρω. Καμιά φορά όμως μου περνά κι απ’ το μυαλό πως το κάνω μόνο για μένα. Αν ίσως αύριο δεν μπορέσω να έχω κι εγώ αυτό που δεν μεταφράζεται σε καμιά άλλη αξία πέραν της ευχαρίστησης, ίσως να βρεθεί κάποιος και στον δικό μου δρόμο να μου το χαρίσει. Και στη σκέψη αυτή χαμογελώ και συνεχίζω το δρόμο μου σπέρνοντάς τον, όπου βρεθώ κι όπου σταθώ, κόκκινα More…



*Η Βασιλική Νευροκοπλή είναι συγγραφέας.


Δημοσιεύτηκε Κυριακή 22/07/12 στο protagon:http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.post&id=16982

Saturday, July 21, 2012

"Το ποίημα"



Το ποίήμα δε γράφεται με συντροφιά
γράφεται όταν η μοναξιά τη συντροφιά επιθυμησει

Τώρα η θάλασσα ασπρίζει κύματα
οι λέξεις το χαρτί μαυρίζουν
Άλλοτε μαύρη κι άλλοτε λευκή η μοναξιά
γεννά ένα ποίημα, μια ζωγραφιά, ένα τραγούδι ίσως
με μύρια χρώματα

Φυσά ο Μπάτης
Το αγαπημένο μου εικόνισμα
προσεύχεται σ' άλλην εκκλησιά


φωτογραφία: Λαγόμανδρα, Μαρμαράς, 20/07/2012
Β.Ν

Thursday, July 19, 2012

"Tα φαεινά ορόσημα" Γιώργου Δανιήλ - εκδ. Αμάραντος, Αθήνα 1980




Tα φαεινά ορόσημα των ματιών
την ξαφνική σπιρτάδα των ματιών
και των μετώπων τα προσκυνητάρια
τις αγουρίδες των χειλιών
τον ζέφυρο του λόγου
όπως πετά από στόμα σε στόμα
ινδάλματα της κάθε ώρας
άνθη του νοσοκόμου καιρού
ποιος δύναται όσο ζω
να μου στερήσει;



Σκίτσο διά χειρός Β.Ν, δυο τρία χρόνια πριν, κάρβουνο.


Monday, July 16, 2012

"H ανηθικότητα της ανάγκης" - Βασιλικής Νευροκοπλή


Πριν λίγα χρόνια ένας Κούρδος φίλος  αδυνατώντας να ζήσει στον τόπο του τον εγκατέλειψε, και αφού κατέφυγε αρχικά στην Τουρκία, όπου παρέμεινε μερικούς μήνες κουβαλώντας στην πλάτη σακιά με κρεμμύδια για να εξασφαλίσει μία μερίδα φαγητού την ημέρα και μια γωνιά ύπνου στην αποθήκη των κρεμμυδιών τη νύχτα, κατάφερε φτάνοντας στο Αϊβαλί να αγοράσει ένα φουσκωτό και με πολλούς κόπους και κινδύνους να φτάσει τελικά στην Αθήνα. Τις τρεις πρώτες μέρες δε βρήκε να βάλει μια μπουκιά στο στόμα του. Την τέταρτη βλέποντας ένα φορτηγό να ξεφορτώνει ψωμιά σ’ ένα μίνι- μάρκετ πήγε κι έκλεψε ένα ψωμί. Το επόμενο πρωί συνάντησε έναν φίλο του που τον πήρε μαζί του στο γιαπί κι έτσι άρχισε να ζει. Με το πρώτο μεροκάματο έστειλε  τον φίλο του στο αφεντικό του μάρκετ για να πληρώσει εκ μέρους του το αντίτιμο του κλεμμένου ψωμιού, ζητώντας επιπλέον μία συγνώμη. Το αφεντικό θέλησε να συναντήσει αυτόν τον έντιμο άνθρωπο κι αφού τον γνώρισε του εξασφάλισε μέσα σε λίγες μέρες μια πολύ καλή δουλειά.

Η ανάγκη καταλύει αρχές, αξίες, ιδανικά, ό, τι αποτελεί το σύμπαν της ηθικής του ανθρώπου. Πολλά μπορεί να κάνει ο πεινασμένος άνθρωπος. Να ξεχάσει  ποιος είναι, από πού προέρχεται, τι όνειρα είχε κάποτε για τη ζωή. Πρέπει να ζήσει και για να γίνει αυτό -μιας και δεν υπάρχει τίποτα ισχυρότερο από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης-, πρέπει να φάει. Όλη η συζήτηση γύρω από την ηθική ξεκινά από την στιγμή που ο άνθρωπος έχει εξασφαλίσει  τουλάχιστον το φαγητό του και όλη η συζήτηση γύρω από την ηθική σταματά τη στιγμή που ο άνθρωπος δεν έχει να φάει. Ακόμα και σ’ αυτήν την περίπτωση βέβαια, υπάρχουν εξαιρέσεις, όπως και διακυμάνσεις. Δεν θα σκοτώσουν όλοι οι πεινασμένοι για να φάνε, αλλά σχεδόν όλοι θα κλέψουν, θα πουν ψέματα, ή θα εξαπατήσουν, αδιαφορώντας για το «θύμα» τους που ερήμην του θα «ταΐσει» την ανάγκη τους. Το θύμα σ’ αυτήν την περίπτωση παύει να έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά και ιδιότητες, διότι ταυτίζεται με το απολύτως αναγκαίο αγαθό που κατέχει και που ενώ σ’ αυτόν πλεονάζει, στον άλλον απουσιάζει παντελώς.

Η ανηθικότητα του πεινασμένου ξεκινά να τον δηλητηριάζει καταλαμβάνοντας τον εσωτερικό του κόσμο, ακριβώς από τη στιγμή όπου ο άλλος –ο έχων και κατέχων- ταυτίζεται με το κατεχόμενο αγαθό του . Η πράξη που θα ακολουθήσει, κλεψιά, ψευτιά ή και φόνος, είναι το αποτέλεσμα της παραμονής του πεινασμένου στη δίνη της ανάγκης και των απεγνωσμένων του αγώνων να βγει πάση θυσία απ’ αυτήν.

Ό, τι όμως συμβαίνει στην ανθρώπινη μονάδα, συμβαίνει αντιστοίχως και στις κοινωνίες. Από τη στιγμή που η ελληνική κοινωνία ξέπεσε στην ανάγκη του στοιχειώδους βιοπορισμού, ξέπεσε και στην ανηθικότητα. Ταύτισε την Ευρωπαϊκή Ένωση αποκλειστικά με το αναγκαίο αγαθό που της λείπει, όπως στην περίοδο της ευμάρειας την είχε ταυτίσει με το υπέρ – αγαθό που δεν αρκούσε να χορτάσει την απληστία της. Έτσι, ο Γερμανός δεν είναι ο Γερμανός με όλη του την ιστορία, τις αξίες, την κουλτούρα, τα επιτεύγματα και τα λάθη ή και εγκλήματά του, αλλά είναι μόνον ο δανειστής. Ο πολιτικός δεν είναι ο πολιτικός που εμφορείται από οράματα για την παιδεία, την υγεία, το κοινωνικό κράτος κ.ά., αλλά μόνον ο υποσχόμενος την «εκταμίευση του άρτου». Και ο Έλληνας δεν είναι πλέον ο Έλληνας ο ταλαντούχος, ο δημιουργικός, ο φιλόξενος, και ενίοτε εγωιστής και αγνώμων, αλλά μόνον ο επαίτης που εξ ανάγκης μεταμορφώνεται σε κλέφτη, ψεύτη, απατεώνα και πολλά άλλα συμπαρομαρτούντα.

Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα οι εκλογές μας ήταν στο σύνολό τους ανήθικες, ανεξαρτήτου κόμματος, ψηφοφόρου και ψήφου, αλλά και ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Ήταν ανήθικες από αρχής μέχρι τέλους. Καθ’ εαυτό το αίτημα του λαού ήταν ανήθικο από τη στιγμή που επικεντρωνόταν στη στοιχειώδη επιβίωσή του και μόνον σ’ αυτήν. Τα κόμματα ήταν αντιστοίχως ανήθικα υποσχόμενα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αυτή την επιβίωση, εκμεταλλευόμενα την ανάγκη του λαού προς κατοχύρωση και επιβολή της εξουσίας τους.

Η ανηθικότητα όμως της ανάγκης, της φτώχειας δηλαδή, είναι αποτέλεσμα της ανηθικότητας της ευμάρειας, δηλαδή του πλούτου, που αν και διαφοροποιείται ως προς τα χαρακτηριστικά της από την πρώτη –ανεπάρκεια στην πρώτη, αφθονία στην δεύτερη- καταλήγει στα ίδια αδιέξοδα. Καταλύονται ηθικές, καταβαραθρώνονται αξίες, ιδεολογίες ξεπουλιούνται και ευγενικές φιλοδοξίες καταποντίζονται διότι στην μεν φτώχεια δεν συνάδουν με την ανάγκη, στον δε πλούτο με την απληστία.

Εφόσον εκτίσαμε την ποινή μας στην ευμάρεια και τη συνακόλουθη απληστία της και βρεθήκαμε στην φτώχεια και την ανάγκη, -έτσι ακριβώς όπως την ηδονή ακολουθεί η οδύνη-, οφείλουμε τώρα να σταθούμε στα πόδια μας. Αν δεν καταφέρουμε ως κοινωνία να βρούμε μια νέα ισορροπία, δεν θα αποκτήσουμε καμιά νέα ηθική που είναι αίτημα των καιρών μας, καμία επαναπροσδιοριμένη ανθρωπιά, κανένα ανθρώπινο πρόσωπο υπό νέους όρους. Θα συνεχίσουμε μη αναγνωρίζοντας τον εαυτό μας, τον συμπατριώτη μας, αλλά και τον ξένο, και όλα γύρω μας και μέσα μας θα διενεργούνται έξω από το φως της δημιουργικότητας και της συνείδησης, της σκέψης και της κρίσης, κατευθυνόμενα αποκλειστικά από τα ένστικτα, τον φανατισμό και τα πάθη μας που μόνο στον όλεθρο μπορούν να μας οδηγήσουν. Για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να ξεχάσουμε ή να ξεγελάσουμε λίγο την πείνα μας, ώστε η ανάγκη μας να μην καθρεφτιστεί στα μάτια των άλλων, πράγμα που και την δική μας εξαθλίωση θα πολλαπλασιάσει και την ισχύ των άλλων θα αποχαλιναγωγήσει σε βάρος μας. Το αντέχουμε;



Saturday, July 14, 2012

"Ένα δειλινό στη Χάλκη", Μητροπολίτη Πέγρης Ευαγγέλου



του Μητροπολίτη Πέργης Ευαγγέλου
Γειτονιά μου πια η Χάλκη. Καλοκαιρινή συντρόφισσα, νησιώτικη. Με γνωριμία εξήντα και πλέον χρόνων. Από τότε, που μια από τις κορυφές της-της ελπίδος- μας μπόλιαζε την Ορθοδοξία. Τον χριστιανισμό, γενικότερα.  Υπό την Αγία Τριάδα. Κι   εμείς της ψάλλαμε την δόξα της, με τις μελωδικές περιφορές μας γύρω της, για τη γιορτή που μας χάρισε:
«Του πνεύματος επιδημία»

Τώρα την ατενίζω από τα κράσπεδα του λόφου της, πιστώνοντας τη δωρεά με θεωρία. Με θαυμασμό κι  εὐγνωμοσύνη. Και περιφέροντας την ευωδία της ελπίδας της σ  ὅλα τα πλάτη του νησιού, και στα ψηλώματα με τις χαριτωμένες της πευκοφωλιές, και στις ακρογυαλιές.

Παντού λειτουργείται η αγιασμένη ιστορία μας. Κι   ἡ αλησμόνητη. Μ  ὀρθάνοιχτα μέσα της τα μάτια  των αγίων μας και των αγγέλων μας και των απόντων. Και ξεχυμένη μέχρι τα πέλαγα η μυρωδιά του λιβανιού κι’ ο θόρυβος ο μυσταγωγικός απ  τά  περάσματα τα ιερά κι   ἀπ  τίς εμφάνειες της θείας παρουσίας. Όλες έτοιμες να μας ξυπνήσουν, να μας αγκαλιάσουν, να μας προστατέψουν, να μας σώσουν:

«Αντιλαβού, σώσον, ελέησον ...»
Λίγοι πια οι φίλοι με την παλιά ρωμέϊκη φινέτσα. Με το ηρωϊκό συναίσθημα της νοσταλγίας. Να βλέπουν μέσα από τα κλαδιά το κύμα να κουβεντιάζει με τις ακτές την παραλία να την τραγουδάει η Προποντίδα. Να διακρίνουν στο βάθος, μέσα στο υγρό θόλωμα την Πόλη, με την Αγιασοφιά σαν αξημέρωτο όνειρο. Κι   ἀκόμα να μνημονεύουν την Καμαριώτισσα και τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο, τον Αη-Γιώργη του Κρημνού, τον Αη-Σπυρίδωνα και κάτι εκκλησάκια, περεχυμένα με τ’ αγιάσματα, Παρασκευής της Παρθενομάρτυρος, Ευφημίας της θαυματουργής, Νικήτα του αθλοφόρου κ. α.

Φίλα  ολ' αυτά, μας κρατούν το ρυθμό συχνά με τον πρόμαχο της αγιάτρεφτης μνήμης φίλο μου Πρωτοψάλτη, μελοποιώντας στροφές καινές μέσα σ   ἕνα σύγχρονο Συναξάρι και «Μηναίο» της Πόλης. Και φυσικά και της Χάλκης.

Κι  είναι τόσα πολλά τα ρήματα που αξίζουν ψάλματα!
Πήραμε το δρόμο στο δειλινό να χαρούμε τη δύση. Κι  ὄχι μόνο. Να φέξουμε μ  ἕνα κερί το πρόσωπο του Αη-Σπυρίδωνα, για τ  ὁλοζώντατο και πάλι θαύμα του. Να κρατήσει το μοναστηράκι άκαυτο. Σταματώντας απ’ έξω, τον μανιασμένο αέρα και τις φλόγες.

Και η Σκητούλα σώθηκε. Μα όχι και το «δασωμένο Ακρωτήρι», πάνω από της «Παναγιάς το λιμανάκι».Έβαλε «Ευλογητός» ο μακαριστός Αρσένιος κι ο Πρωτοψάλτης συνέχισε:

«Την δέησιν εκχεώ προς Κύριον»

Όπως και προ ετών για τον Αη-Γιώργη της Πριγκήπου τον Κουδουνά. Όπως την ψάλλει τη δέηση συνεχώς κι  ἡ ρωμησούνη. Με τον Καβαλλάρη κοντά της. Να σπρώχνει πίσω τις αδηφάγες φλόγες. Μέχρι να πνιγούν κάτω στη θάλασσα. Στα νερά του πορθμείου των «Αη-Γιώργηδων». Με τον ίδιο Καβαλλάρη να μεθίπταται στ  ἀντικρυνά. Στον «Κρημνό» της Χάλκης. Ζωγραφίζοντας το θαύμα της ευλογημένης ράτσας.
Τον είδατε τον Αη-Γιώργη του Κρημνού από τη θάλασσα; Μια περίκομψη αετοφωληά με μέσα της ένα Άγιο. Τον Άγιο Γεώργιο. Κι   ἕναν Ηγούμενο, που ιδρωμένος καμαρώνει τον κόπο του. Το έργο της «περιποίησης» της Αγιοταφείτικης Εξέδρας.  Με το Ναό, με τα Κελλιά, με το Αρχονταρίκι, με τους περιβόλους, με τα Κάστρα της. Αγιορείτικα σαχνισιά, που προβάλλουν τον Θεό στα σύμπαντα. Και την Ορθοδοξία. Και την Πόλη και την Χάλκη.

Όλα βγαλμένα μέσα από την ποιητική πνοή.

Χάλκη 28.6.2012

Jorge & Ioanna at 7th Athens Tango Festival 2012

Thursday, July 12, 2012

Μια άλλη όψη του καλοκαιριού από μια άλλη όψη της Βηρυτού!




... ο ναργιλές μπορεί να είναι έξω από τη φωτογραφία δεξιά, αλλά είναι σαφώς μέσα στην πραγματικότητα της ωραίας Λιβανέζας...

Tuesday, July 10, 2012

Αρβελέρ: Μια άλλη ζωή θα ήταν σωστή αντίδραση




Βγαλμένη κατευθείαν από το μυαλό του Οδυσσέα, η πρύτανης κα Ελένη Αρβελέρ διαθέτει την ορμητικότητα αντάρτισσας ζωσμένης με πυρομαχικά και ακτινοβολεί κοφτερή ευφυΐα. Ήταν ειλικρινά μεγάλη τιμή και ακόμη μεγαλύτερη απόλαυση η βόλτα μου μαζί της το πρωινό της περασμένης Κυριακής στους Δελφούς. Τη συνάντησα στις εγκαταστάσεις του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών στο οποίο προεδρεύει, στο πλαίσιο των φετινών εκδηλώσεων του διεθνούς συμποσίου για το μέλλον του Πανεπιστημίου στην Ευρώπη. Αφού με ξενάγησε πίνακα-πίνακα στην έκθεση των τελευταίων έργων της Όπυς Ζούνη, προσωπικής φίλης και αγαπημένης της ζωγράφου, περάσαμε στη μεγάλη βιβλιοθήκη συνεχίζοντας κουβέντα. Τα λόγια της είναι ακριβή, απλά και δεν χαρίζονται σε κανέναν.
Καλή ανάγνωση

«Είκοσι χρόνια πρόεδρος σε τούτο δω το Κέντρο, χωρίς διευθυντή και την προσοχή που του αξίζει απ’ τις επίσημες επιτροπές πολιτιστικής στρατηγικής, χρειάστηκαν φέτος ιδιαίτερη δράση και φροντίδα των παιδιών-συνεργατών του Κέντρου που για ένα χρόνο δούλευαν συνεχώς. Πλούσιες είναι και οι φετινές εκδηλώσεις μας. Εκμεταλλευόμενη την ευρωπαϊκή μου ιδιότητα τους είπα φίλοι είστε, συνάδελφοι είστε, ελάτε. Και όλοι είναι εδώ, τα παιδιά από το Μουσικό Σχολείο του Βόλου, όπου πριν λίγο καιρό ήμουν κοντά τους εκεί και τους μίλησα, οι μουσικοί του κουαρτέτου Danel από το Βέλγιο χωρίς καμία αμοιβή, πανεπιστημιακοί συνάδελφοι από δέκα χώρες της Ευρώπης, ως και η χήρα του Σοστακόβιτς, κατέφθασαν στους Δελφούς, όλοι αφιλοκερδώς, με δικά τους έξοδα για να γιορτάσουν μαζί μας». (Όλοι για χάρη της ήρθαν, τολμώ να πω).

Σε μια τέτοια εποχή όπως αυτή που ζούμε, η κρίση γεννά ένα άλλο ερώτημα από τα συνήθη,  ποια θα είναι η δική μας αλλαγή. Ακούστε: Μαθητές από γυμνάσια και λύκεια της Γαλλίας ζητούσαν στα σχολεία τους να έρθουν στην Ελλάδα να επισκεφθούν το ιερό τρίγωνο: Δελφούς-Ολυμπία-Αθήνα. Οι γονείς τους ήσαν λιγάκι ανήσυχοι, τα παιδιά όμως ήρθαν τελικά και γύρισαν κατενθουσιασμένα. Πέρα λοιπόν από τη διαγωγή των ξένων απέναντί μας, σημασία έχει η διαγωγή των Ελλήνων προς όλους. Να προσπαθήσουμε, δηλαδή, να μην είμαστε αναιδείς και παντογνώστες. «Κι η σιωπή στο σπίτι μας είναι γιομάτη από 'ναν αξεδιάλυτο πνιγμένο βόγκο των περασμένων των καιρών και των αγέννητων αιώνων» όπως έλεγε και ο Παλαμάς. Που θα πει να γίνουμε πιο φιλόξενοι στα αλήθεια, πέρα από την ετικέτα της φιλοξενίας, που χρόνια και χρόνια διαλαλούμε. Αλλά δυστυχώς έχουμε τη συνήθεια να ψάχνουμε μονίμως έξω από δω για Φιλέλληνες.

Δείτε και τούτο. Δίπλα στους Δελφούς, σε αυτό το καταπληκτικό μυστηριακό μέρος, η Αράχοβα γίνηκε το ελληνικό Γκστάαντ και αυτό αποτελεί μια ιστορική και κοινωνικοοικονομική εξέλιξη που καταδεικνύει πως η κρίση δεν βαραίνει όλους με τον ίδιο τρόπο. Το «μαζί τα φάγαμε», λόγια ενός άλλου μεγάλου ανδρός, ίσως σημαίνει το «μαζί τα κάναμε». Γιατί το λάθος όσων δεν έφαγαν ήταν ότι δεν υπήρξε έγκαιρα καμία αντίδρασή τους. Τώρα θα με ρωτήσετε ποια θα ήταν η σωστή αντίδραση. Μια άλλη ζωή απ’ αυτήν που έκαναν. Μια άλλη ζωή από αυτή που κάνουν. 

Είμαι παιδί της κατοχής, γεννήθηκα πριν την κατοχή και στον πόλεμο ήμουν πολύ νέα. Κάποτε, όταν ήμουν παιδάκι, τα καλοκαίρια στον κεντρικό δρόμο της Βουλιαγμένης, 6 αδέρφια σε ένα αντίσκηνο να περιμένουμε τον πατέρα Σάββατο βράδυ, είχαμε τη συνήθεια να μετρούμε τα αυτοκίνητα. Ποτέ δεν τα βγάζαμε πάνω από 67. Σκηνή δεύτερη. Στο Βύρωνα, όπου κάθομαι πάντα, σήμερα 200 μόνο μέτρα μακρύτερα από το πατρικό μου σπίτι, παίζαμε στο δρόμο το σκοινάκι, που θα πει πάντοτε τεντωμένο το σκοινί απ’ τη μια άκρη στην άλλη, ένας από δω- άλλος από κει. Μια στις τόσες περνούσε κανάς παππούς, καμιά κυρία, κάποιος σκόνταφτε, έβριζε και εμείς με μιας αφήναμε το σκοινί, πού να μας πάρει είδηση ο άλλος τι υπήρχε από κάτω. Τι θέλω να πω; Πως και εδώ δεν περνούσε ούτε ένα αυτοκίνητο. Που θέλω να καταλήξω;

Να ζούμε σύμφωνα με αυτά που έχουμε και όχι με τα όνειρα, αυτό έχω ως αρχή. Έχουμε επιφορτίσει το ένδοξο παρελθόν να λύνει πάντα όλα τα προβλήματα του μέλλοντος. Σαν το τέλος της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι Βυζαντινοί πριν το τέλος έλεγαν τους Τούρκους Πέρσες και Αχαιμενίδες, όχι γιατί πίστευαν ότι οι Τούρκοι ήταν απόγονοι των Περσών, αλλά γιατί οι ίδιοι οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι συνέχιζαν τη μάχη του Μαραθώνα και της Σαλαμίνας. Έτσι και εμείς, συνέχεια ζητούμε επιβράβευση του ένδοξου παρελθόντος και ποτέ δεν δείχνουμε εμπιστοσύνη στο παρόν ή το μέλλον. Όσο για τα όνειρα, κοιτάξτε. Τα προσωπικά όνειρα των ανθρώπων έχουν σημασία, τα εθνικά είναι πολύ επικίνδυνα. Πάντα στην ιστορία έστρεφαν κάποιον εναντίον κάποιου άλλου. Για τον εαυτό μας τα όνειρα είναι καλά. Όχι παραπέρα.

Τι θα πει εθνικό και τι προσωπικό; Στη Γαλλία λέμε πως υπάρχουν τρία πράγματα για τα οποία μόνο το κράτος είναι και πρέπει να είναι επιφορτισμένο: ένα ο προϋπολογισμός της παιδείας, δύο ο προϋπολογισμός της υγείας και τρία ο προϋπολογισμός της ασφάλειας, της τοπικής ασφάλειας.

Πέρα από το τοπικό αρχίζει η Ευρώπη. Η πρώτη πολυεθνική οντότητα που δεν στηρίχθηκε σε στρατιωτική κατάκτηση, που έγινε με σκοπό την ειρήνη. Αλλά οι Ευρωπαίοι απέδειξαν πως στον ίδιο πολιτισμό πάντοτε εμφανίζονται συμπτώματα του συνδρόμου του Κάιν. Έτσι όμως δεν ήταν και το τέλος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας; Έπεσε από εσωτερική παρακμή όταν οι άνθρωποί της αποσύρονταν στο Κάπρι για να διαβάσουν Οβίδιο και δεν κοιτούσαν τους «βαρβάρους» να καταφθάνουν. Έτσι και τώρα, η Ευρώπη παλεύει με τον εαυτό της, αυτόν έχει ως εχθρό, αυτόν και να αντιμετωπίσει. Η Ευρώπη καλείται να αποδείξει τη βασικότερη αρετή της, που για μένα η ανώτατη ευρωπαϊκή αρετή, πέραν αυτών που λένε διάφοροι, είναι η αλληλεγγύη. Έμπρακτη αλληλεγγύη σε όλους τους ευρωπαίους πολίτες, άσχετα Ευρωζώνης. Αλληλεγγύη που θα θέσει τα όρια μιας ζωής εντός ενός ευρωπαϊκού πολιτιστικού πλαισίου, όπου οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα λειτουργούν πραγματικά, π.χ. το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο θα είναι ένα πραγματικό κοινοβούλιο και μια υπερεθνική ρυθμιστική αρχή θα λαμβάνει τις ευρωπαϊκές αποφάσεις για όλους τους πολίτες των κρατών της. Για να γίνει όμως αυτό καθένα από τα συμμετέχοντα κράτη πρέπει επιτέλους να μάθει πως δεν είναι μόνο τα προνόμια, υπάρχουν και τα καθήκοντα σε έναν συνεργαζομενο κόσμο.

Να πούμε και κάτι άλλο τώρα. Συχνά με ρωτούν αν το πανεπιστήμιο σήμερα παρέχει εχέγγυα ζωής. Και εγώ απαντώ πως ο ρόλος του πανεπιστημίου δεν είναι να παρέχει γενικά και αόριστα εχέγγυα. Το πανεπιστήμιο είναι εκεί πρώτα για την επαγγελματική κατάρτιση και προσαρμογή των μεταπανεπιστημιακών ανθρώπων και όχι μεταπτυχιακών, έτσι ώστε να εκμεταλλευθούν γνώσεις και κατάρτιση για τη ζωή τους και δεύτερον πρωταρχικός του ρόλος είναι να διασώσει την πολιτιστική παράδοση που επιβάλλει αξίες καθημερινής ζωής: πνευματικές, ηθικές, αισθητικές. Γιατί κάτι επιστημονικά ορθό πρέπει να είναι ταυτόχρονα και αισθητικά ορθό ή ορθότερο. Το πανεπιστήμιο είναι εκεί για να θέσει τα όρια μιας ζωής εντός του ευρωπαϊκού πολιτιστικού πλαισίου.

Σήμερα υπάρχουν δυο ειδών πανεπιστημιακοί. Όπως λέμε στη Γαλλία, είναι αυτοί που για να κάνουν τη δουλειά τους χρειάζονται χρήματα, εξοπλισμό, αίθουσες, υπολογιστές κ.λπ. και οι άλλοι που δεν χρειάζονται τίποτε…περισσότερο από την επιστήμη. Για αυτό η μόνη συμβουλή που μπορώ να δώσω σε έναν πανεπιστημιακό δάσκαλο είναι να κάνει τη δουλειά του. Αυτό και τίποτε άλλο. Να κάνει τη δουλειά του σύμφωνα με τις απαιτήσεις της επιστήμης του και την προσωπική ηθική του.Για αυτό δεν κατανοώ, και να το γράψετε ακριβώς όπως το λέω, τις ομαδικές αντιδράσεις των πανεπιστημιακών απέναντι σε ένα νέο νόμο που έχει ψηφισθεί ομόψυχα από την ελληνική βουλή και δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη. Οι νόμοι κρίνονται όχι προκαταβολικά, αλλά μετά την εφαρμογή τους και τη ζύμωσή τους με την πραγματικότητα». 

Βγαίνουμε από τη βιβλιοθήκη και περνούμε στην έκθεση με τα τελευταία έργα της Όπυς Ζούνη. Η κα Αρβελέρ είναι παθιασμένη. Κοιτάμε ένα-ένα πίνακα,  κουνά το κεφάλι της, είναι συνεπαρμένη. Στεκομαστε στο κέντρο, τα μάτια της καταγάλανα, περιφέρονται σα μικρού παιδιού, γεμάτα λάμψη και σπίθες ευχαρίστησης. «Το πρόβλημα της Όπυς είναι ένα ανοδικό πρόβλημα. Αυτά τα έργα της είναι διαφορετικά. Λίγο πριν μας αφήσει, φτιάχνει παντού ανοικτές πόρτες και σκαλοπάτια που ανεβαίνουν κάπου, σε έναν πιο πάνω κόσμο, σε μια ιδέα, σε κάτι καινούριο στο φως και τα λουλούδια, πέρα πολύ από τις ευθύγραμμες κιονοστοιχίες του παρελθόντος. Η Οπυ δοκίμασε τον εαυτό της παντού. Πού πάει η ζωγραφική; Που πάνε οι τέχνες; Oχι μόνο ως δυνατότητες έκφρασης, παραγωγής συναισθημάτων, γεωμετρικών αυστηρών σχεδιασμών, οι τέχνες είναι μια κοσμοθεωρία, μια ιδέα προς τα πάνω, στην ευτυχία, την επιτυχία, ποιος άραγε ξέρει στα αλήθεια; Όλοι μια ιδέα αναζητούμε, άλλωστε. Έτσι δεν είναι;»

Πάει καιρός που είχα την ανάγκη να ακούσω κάποιον να μου μιλάει. Και η κα Αρβελέρ, μου θύμισε μια σειρά από αρετές που είχα αφήσει στο συρτάρι μου για χρόνια, με εξέχουσα το προσωπικό θάρρος. Και για αυτό την ευχαριστώ περισσότερο από πολύ.


http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.proswpa&id=16757http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.proswpa&id=16757ένα άρθρο των πρωταγωνιστών