Labels

Wednesday, March 30, 2011

"Ο Ροδακινόκηπος" από τα "Όνειρα" του Κουροσάβα













































Κάποιος υπέργηρος δάσκαλος αισθάνεται πανευτυχής ζώντας με τη γυναίκα του σε μια «καλύβα» ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων. Περιτριγυρισμένη η καλύβα από μικρό κήπο και νεράκι ποταμού. Οι μαθητές έρχονται, προσφέρουν, αλλά εκείνος είναι ευχαριστημένος με τα ελάχιστα! Κάθε χρόνο, οι μαθητές διοργανώνουν μικρή γιορτή για τα γενέθλια του σοφού δάσκαλου. Εκείνος πίνει μονοκοπανιά ένα γιγαντιαίο ποτήρι μπίρα, γελάει, λέει ανέκδοτα και φεύγει.
Κάθε χρόνο, οι μαθητές βλέπουν την ίδια... ευτυχία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του γέρου. Οι μαθητές ανεβαίνουν επαγγελματικά, κερδίζουν, αποταμιεύουν, φτιάχνουν, ράνουν, ζουν στα μεγαλεία. Κάθε χρόνο, εκείνοι με τα πολλά δυστυχούν. Εκείνος με τα λίγα διάγει ευτυχία εφήβου!
«Δάσκαλε, πώς τα καταφέρνεις;» τον ρωτούν.
Πώς; Κάθε βράδυ, ακόμη και την τελευταία νύχτα του θανάτου του, βλέπει το ίδιο όνειρο. Μικρός να τρέχει στη φύση και να παίζει κρυφτούλι με τους φίλους του!

«Εκείνο που με κράτησε στη ζωή είναι το μικρό παιδί που έχω μέσα μου! Ποτέ δεν έφυγε! Τον ευχαριστώ»!

Τα "Όνειρα" είναι η πρώτη από τις τρεις τελευταιες ταινίες της ζωής του Ακίρα Κουροσάβα, γυρισμένη το 1990. Λένε πως σ' αυτές τις τρεις ταινίες σκηνοθετεί τον θάνατό του. Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε και άλλα από τα όνειρα αυτού του μοναδικού κινηματογραφιστή που ήξερε να ονειρεύεται και να μας κάνει να ονειρευόμαστε με τον πιο αληθινό τρόπο.

Sunday, March 27, 2011

Νέο Παραμύθι: Xάρτινα όνειρα / Νευροκοπλή Βασιλική - Αιμιλία Κονταίου / εκδ. Διάπλαση



ΧΑΡΤΙΝΑ ΟΝΕΙΡΑ - ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Τα Χάρτινα Όνειρα αποκαλύπτουν ένα μεγάλο μυστικό: τη δύναμη της γραφής!
Δεν πρόκειται για τα όνειρα που φτιάχνουμε ξύπνιοι ή κοιμισμένοι και που συνήθως μένουν “σκέτα όνειρα”. Πρόκειται γι’ αυτά που τα γράφουμε στα χαρτιά. Γιατί η πραγματοποίηση του ονείρου αρχίζει από τη στιγμή που το ονομάζουμε, το κάνουμε λέξεις και γράμματα.
Σ’ αυτή την αποκάλυψη θα οδηγηθούν οι δύο πρώτοι πρωταγωνιστές του παραμυθιού, ένα άγραφο χαρτι κι ένα αγόρι όταν συναντηθούν με μία κάρτα κι ένα κορίτσι μέσα από μια μεγάλη περιπέτεια και μια μοναδική φιλία…


Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου

Ένα μικρό χαρτί που ταξιδεύει συναντιέται μ’ ένα αγόρι που παίζει φυσαρμόνικα. Τι κοινό μπορεί να έχουν ένα φτωχό αγόρι και ένα άγραφο χαρτί;
Πολλά κοινά. Τόσα, που θα τους κάνουν αχώριστους φίλους. Άλλα τόσα, που θα τους οδηγήσουν μαζί σε ταξίδια ονειρεμένα. Και ακόμη ένα: μια βαθιά και ανεκπλήρωτη επιθυμία του καθενός.
Αν όμως η επιθυμία του χαρτιού είναι εύκολο να πραγματοποιηθεί, του αγοριού είναι πάρα πολύ δύσκολο. Πρέπει οπωσδήποτε να βρεθεί η Χώρα όπου ζωντανεύουν τα Χάρτινα Όνειρα.
Τα όνειρα που γράφονται με λέξεις πάνω σε χαρτιά.
Υπάρχει άραγε αυτή η Χώρα;
Το χαρτί πιστεύει πως υπάρχει.
Αυτό που δεν ξέρει είναι τι εκπλήξεις το περιμένουν εκεί...


Aρχή του παραμυθιού...


"Ήταν ένα μικρό λευκό χαρτί.
Δε θυμόταν πότε γεννήθηκε, ποιο χέρι το έκοψε κι από πού. Τίποτα δε θυμόταν. Μόνο ταξίδευε.
Το έπαιρνε ο αέρας, το έβρεχαν τα κύματα, το σκέπαζαν το χιόνια. Πάλιωνε, τσάκιζε, λερωνόταν, χαρτί ήταν, χαρτί έμενε. Με τον καιρό όχι και τόσο λευκό, ούτε τόσο μικρό. Λίγο πιο μαύρο, λιγάκι μικρότερο. Μ’ ένα μαράζι στην καρδιά που δεν βρέθηκε ποτέ ανθρώπου χέρι να γράψει μια λέξη πάνω του....
Ζήλευε τα χαρτιά των βιβλίων που γέμιζαν σκέψεις συγγραφέων. Ζήλευε τα χαρτιά των μπλοκ που ζωγραφίζονταν απ’ τα παιδιά. Μα πιο πολύ ζήλευε όσα είχαν γραμμένα πάνω τους λόγια της αγάπης. Περισσότερο απ’ όλα, ένα τέτοιο ποθούσε να είναι.
Ήταν μια μέρα βροχερή. Στην πλατεία της Πολύχρωμης πολιτείας ένα αγόρι έπαιζε φυσαρμόνικα. Είχε μαζέψει χρήματα για μισό ψωμί και λίγο γάλα. Ξαφνικά, ανάμεσα στα τρύπια παπούτσια του, είδε το μικρό χαρτί.
«Αχ... αν αυτό το χαρτί ήταν χαρτονόμισμα… αν έγραφε δυο λέξεις... μια προσευχή… αν είχε ζωγραφισμένο ένα χαρταετό... μια καρδιά… δεν έχει τίποτα... Λερωμένο και βρεγμένο σαν κι εμένα... πώς να το πετάξω;»..."

Wednesday, March 23, 2011

Θεσσαλονίκη - Ζυρίχη - Φραγκφούρτη - Μόντρεαλ


Ώρα 4.50 το πρωί στο check in της Swiss. Πολύς κόσμος, μεγάλη ουρά.

Τόσοι άνθρωποι τέτοια άγρια ώρα ξύπνιοι προκειμένου να μεταβούν σε άλλο τόπο και άλλο χρόνο, ακριβώς όπως στα όνειρά τους.



Αν είσαι λίγο εξοικειωμένος με τα ταξίδια και τις φυσιογνωμίες, μπορείς αρκετά επιτυχώς να μαντέψεις ποιοι πρόκειται μ' αυτήν την πτήση να μπουν στο όνειρο και ποιοι να βρεθούν έξω απ' αυτό επιστρέφοντας στην οικεία και σπάνια αποδεκτή πραγματικότητά τους. Εξάλλου και το ίδιο το όνειρο αξίζει κυρίως για το στάδιο που διανύεις πριν το ονειρευτείς, πάνω που αρχίζεις να μαζεύεις τα υλικά της οικοδόμησής του. Ο ύπνος που συνοδεύει τα όνειρα είναι πλάνος. Δε διαφέρει σε τίποτα από έναν κοινό εκμεταλλευτή της σάρκας μας που μας γοητεύει, μας κερδίζει, μας αποπλανά, γλεντάει την παρθενιά μας, -κάθε όνειρο έχει κάτι το παρθενικό μέσα του όπως ίσως και κάθε συνουσία-, κι αφού μας χορτάσει μας έχει βαρεθεί και δεν έχει τίποτα άλλο να απομυζήσει μας πετά άδειο σακί στην πραγματικότητα της έρημης ακρογιαλιάς σαν ναυάγιο που το ξερνά η θάλασσα.


Εσένα όμως αυτά δε σ' ενδιαφέρουν και καμιά απογοήτευση δε σου προκαλούν. Εξάλλου, βρίσκεις πως πρόκειται για μια απολύτως έντιμη συναλλαγή. Δεν μπορεί να ζητάς το όνειρο από τον ύπνο και τη σάρκα σου ακέραιη. Και αφού αυτή τη δουλειά επέλεξες και ό, τι άλλο το έχεις ήδη εγκαταλείψει με μεγάλο κόστος πίσω σου, λογίζεις και πολύ τυχερό τον εαυτό σου. Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;
Μα τι άλλο, συλλέκτης ακριβών ονείρων!


5.30πμ. πετάμε για Ζυρίχη. Η Eλβετίδα αεροσυνοδός μας αφήνει στο τραπέζι κρουασάν με σοκολάτα και γιαούρτι. Καταβροχθίζω το κρουασάν βέβαια, -λόγω ηλικίας... απέχω λίγο ακόμα από αυτήν του γιαουρτιού... Καθώς ξαναπερνά, ζητώω ακόμη ένα κρουασάν γιατί πεινάω πολύ και επιστρέφω το γιαούρτι, έτσι, ως ανταλλαγή. Τα χάνει η Eλβετίδα. Μπλοκάρει το σύστημα. του εγκεφάλου της. Είναι πρόθυμη να πάρει πίσω το γιαούρτι, όχι όμως και να δώσει δεύτερο κρουασάν. Κάνει πως κοιτάζει με βλέμμα απλανές το βάθος της καμπίνας. Κάνει πως είναι βέβαιη ότι τα κρουασάν είναι μετρημένα, κάνει πως απαντά ευγενικά, λέγονατας: will see... Δεν κάνει όμως καμιά προσπάθεια να χαμογελάσει. Κι εγώ πεινάω..


Περνάει άλλη αεροσυνοδός κι εγώ αποφασίζω ένα καίριο χτύπημα στην Eλβετική οικονομία. Ζητώ ένα κρουασάν. Όχι ένα ακόμα, ούτε ένα δεύτερο, απλώς ένα! Παρατηρώ μια σύσπαση των μυών του προσώπου της, μια διερευνητική εξέταση του τραπεζιού μου που δεν έχω αφήσει βέβαια ίχνος ψίχουλου, είναι άψογο. Υπόσχεται να μου το φέρει μόλις τελειώσει το σερβίρισμα και όντως το έχω στις 6.15 πμ. Η ρευστή σοκολάτα δεν είναι πια ρευστή, έχει κρυώσει, αλλά δεν με πειράζει. Έρχομαι στα ίσα μου. Χαμηλώνουν τα φώτα. Χαμηλώνουν τα βλέφαρα.


7.20 πμ. Ζυρίχη. Τα ρολόγια μία ώρα πίσω. Κάποιος έχει βάλει λαθραία στην τσέπη του την ώρα που μόλις πριν ένα λεπτό έζησα. Δεν την έχω πια δική μου.

9.30 πμ. Φραγκφούρτη.


15.00 ώρα Ελλάδος. Πριν από δώδεκα ώρες ξύπνησα στο κρεββάτι μου και ξεκίνησα αυτό το ταξίδι. Δεν ξέρω πόσες από αυτές τις ώρες τις κοιμήθηκα, σίγουρα όμως τις περισσότερες απ' αυτές. Ξυπνούσα μόνον όταν πεινούσα κι ερχόταν στα ρουθούνια μου μυρωδιά φαγητού. Το δεύτερο αεροπλάνο της Lufhansa, το τρίτο και τελευταίο για Μόντρεαλ της air canada. Πάστα ή κοτόπουλο, ρωτά η αεροσυνοδός. Ε, αφού ρωτάτε, πάστα φυσικά!



Να ετοιμάζεσαι για ένα υπερατλαντικό ταξίδι που πρόκειται μάλιστα να διανύσεις μόνος είναι σαν να προετοιμάζεσαι για τον θάνατό σου. Πλάι στην χαρά της απαλλαγής από την καθημερινόητα ένα σφίξιμο στην καρδιά σε διακατέχει για το άγνωστο κα αμφίβολο του προορισμού. Ο Ατλαντικός γίνεται ολίγον Αχέροντας. Ξέρεις όμως πια πως η ιδέα απέχει από το γεγονός. Είτε είναι περισσότερο επιβαρημένη απ' αυτό είτε ελαφρότερη, όπως ίσως συμβαίνει με τον θάνατο και το ταξίδι. Στο τέλος είναι ανέλπιστα ανώδυνο συνοδευόμενο έναν ύπνο γλυκό γεμάτο όνειρα που χορεύουν....

Wednesday, March 16, 2011

Etel Adnan - Ετέλ Αντνάν - Περί πόλεων και γυναικών




Η Ετέλ Αντνάν γεννηθηκε στη Βηρυττό το 1925 από Ελληνίδα μητέρα και Σύρο πατέρα. Τα τελευταία χρόνια μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα στην Καλιφόρνια και το Παρίσι, ενώ παράλληλα ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο. Ποιήτρια και ζωγράφος, έχει εκδώσει πολλά βιβλία και έχει κάνει επίσης πολλές εκθεσεις. Δυστυχώς στα ελληνικά έχουμε μόνο ένα βιβλίο της σημαντικότερης αυτής ποιήτριας του Λιβάνου, μεταφρασμένο από τον Βασίλη Τομανά, στις εκδόσεις του Νησίδες που κυκλοφόρησε το 2000, και αυτό δεν είναι ακραιφνής ποιηση, αλλά αποτελεί το σύνολο της αλληλογραφίας της με τον φίλο της Φαουάζ από τα διάφορα μέρη στα οποία ταξιδεύει έχοντας ως κεντρικό άξονα αυτής της επικοινωνίας της, τη θέση της γυναίκας, αλλά και την σχέση των δύο φύλων.
Είναι αδύνατον να κάνω μία περίληψη της αλληλογραφίας, δεν γίνεται. Γι' αυτό προτιμώ σχεδόν από κάθε γράμμα της να αντιγράψω αυτολεξί κι από κάτι που θεωρώ σημαντικό και ιδαιτέρως αξιοσημείωτο.
..............

Αιξ αν Προβάνς, Δευτέρα 23 Ιουλίου 1990

... Βιώνουμε μια οικολογική καταστροφή, σκοτώνουμε τη "Φύση". Είναι σχεδόν αδύνατον να φανταστούμε μια φύση που θα ήταν πελώρια και παρθένα και, αφού αυτός ο χώρος έχει γεμίσει, η φαντασία μας στρέφεται σε μια ιδέα του σύμπαντος, του κόσμου, η αντίθεση πόλη/φύση ήταν αντιστοιχη με την αντίθεση άντρας/γυναίκα. Η αντίθεση αυτή εξαφανίζεται. Κινούμαστε πάλι, και πιθανόν ατυχώς, προς την ενότητα: ο κόσμος για την σκέψη, ο αντρόγυνος για τους ανθρώπους. Η έννοια του χώρου αντικαθιστά την έννοια της Φύσης. Η έννοια του ανθρώπινου προσώπου αντικαθιστά το ζεύγος αρσενικό/θηλυκό. Πού πηγαίνουμε; Τα δάση εξαφανίζονται με τον ίδιο ρυθμό όπως οι έννοιες...

... Σου λέω ότι δεν μπαίνουμε πια στα δάση με την μυθική έννοια. Δεν μπαίνουμε πια έτσι ούτε στο σύμπαν της γυναίκας, δεν έχουμε πια την αίσθηση μιας περιπετειώδους εισόδου, μιας διαδικασίας που θα μπορούσε να γεννήσει ανυπόφορους φόβους. Το χαρέμι, όπως και το μοναστήρι εξαφανίζεται. Όλα φαίνεται πως μας παρουσιάζονται επιφανειακά. Έτσι, δεν έχει και μεγάλη σημασία αν ένας άνθρωπος είναι άντρας ή γυναίκα. Η διαφορά είναι όλο και λιγότερο παθιασμένη, βιώνεται όλο και λιγότερο ως απόλυτη. Παράδεισος και κόλαση δεν φαίνεται πια να εξαρτώνται απ' αυτήν την διαφορά....

... Στην εξίσωση άντρας/γυναίκα, ο ένας μπορεί να ζήσει χωρίς τον άλλον, αλλά ο ένας δεν μπορεί να συλληφθεί, ή να γίνει αντικείμενο σκέψης, χωρίς τον άλλον...

Λέω μέσα μου: η τέχνη είναι η αναζήτηση του θηλυκού. Από την άλλη η τέχνη θηλυκοποιεί τον κόσμο...

Σκόπελος, Σάββατο 19 Αυγούστου 1990

... Οι τόποι επιδρούν στο μυαλό ιδίως διαμέσου του φωτός τους. Ο φωσφορισμός που προσδιορίζει στον κάθε τόπο προγραμματίζει τις σκέψεις μας, και ο κόσμος στριφογυρίζει μες στο κεφάλι μας, και οι διαγώνιες τροχιές του φωτός καμπυλώνουν τις σκέψεις μας προς καινούριες γωνίες: ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα αλλάζει αξιοπρόσεχτα, τα ενδιαφέροντά μας μετατοπίζονται, τα πάθη μας αλλάζουν τόνο...

... Η θάλασσα έχει πάρει τα πιο ασυνήθιστα χρώματά της. Αναγνωρίζω την Μεσόγειό μου με την λαμπρότητά της και όλες μου οι ιδέες απογειώνονται σαν πέριστέρια. Τι καλά! Ποιος χρειάζεται ιδέες όταν μπορεί να κάθεται σ' ένα ζεστό ακόμα πέτρινο τοιχάκι και ν' αγναντεύει την εκθαμβωτική θέα; Μήπως έχουμε ξεχάσει ποιο πρωινό ξημερώνει;

... η παραμικρότερη ατέλεια σε μια γυναίκα σ' αυτή τη χώρα (Ελλάδα) είναι σαν πληγή στη σάρκα ενός χασάπη: μύγες και σφήκες αρχίζουν αμέσως να τη ροκανίζουν...

Μούρθια, 10 Νοεμβρίου 1990

... Λέω μέσα μου ότι το να ταξιδεύεις μοιάζει πολύ με το να είσαι ερωτευμένος...

... Μπορείς να πεις ότι αυτή η χώρα (Ισπανία) είναι ένα πολύ μακρύ απόγευμα...

... Μέσα στη μνήμη μιας γυναίκας υπάρχει πάντα η μνήμη πολλών άλλων, λες και το να είσαι γυναίκα και το να είσαι μνήμη, είναι ένα και το αυτό...

Άμστερνταμ, Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 1990

... η γυναίκα είναι το πλάσμα που περιμένει: περιμένει να μεγαλώσει, περιμένει να γίνει έφηβη, περιμένει τον μνηστήρα της, τον άντρα της, το παιδί της, τα γηρατειά και τον θάνατό της. Περιμένει τα παιδιά της να έρθουν και να φύγουν, να μεγαλώσουν και να παντρευτούν, τον άντρα της να πάει στη δουλειά το πρωί και να γυρίσει το βράδυ. Περιμένει το νερό να βράσει, τον πόλεμο να τελειώσει, την άνοιξη να ξανάρθει. Περιμένει κάποιος να τη φιλήσει, να την πάρει, να την απορρίψει, να τη λησμονήσει. Περιμένει τη στιγμη της αγάπης, τη στιγμή της εκδίκησης, της λήθης και πάλι του θανάτου. Είναι το λουλούδι που προσμένει τη μέλισσα, η κοιλάδα που προσμένει την καταιγίδα. Γεννιέται πρακτικά καθισμένη, κι η Πηνελόπη δεν είναι τίποτε άλλο από το να κάθεται. Είναι καθαρή αναμονή. Υφαίνει και ξεϋφαίνει το εργόχειρό της, και για να είναι τέλεια η αναμονή πρέπει να μην παράγει με τα χέρια της τίποτε το ανθεκτικό.... Μα με τον κυνισμό που έχουμε αποκτήσει τελευταία, λέμε ότι η Πηνελόπη ποτέ πραγματικά δεν περίμενε, φοβόταν την επιστροφή του Οδυσσέα επειδή θα τεράτιζε τις καλοκρυμμένες απολαύσεις και περιπέτειές της. Πόσοι αμερικανοί σττρατιώτες γύρισαν στο σπίτι τους από τον προηγούμενο πόλεμο και βρήκαν τις γυναίκες τους ήδη ξαναπαντρεμένες, αν και δεν είχαν καμία απόδειξη ότι οι άντρες τους είχαν σκοτωθεί;!... Πιστεύω ότι η αναμονή είναι πολύ ύπουλο όπλο... γιατί αυτό, που καθορίζει την τροχιά του βέλους, είναι ο στόχος...

Βηρυττός, 23 Αυγούστου 1991

Μου φαίνεται μερικές φορές ότι αυτός ο δεκαπενταετής πόλεμος ήταν ένας τεράστιος φόρος υποτέλειας στον θάνατο. Στην Ανατολή αγαπούν τον θάνατο επειδή αγαπούν το ιερό. Όλα γίνονται ιερά: το άτομο, η οικογένεια, η φυλή, η πατριά, το κράτος, το χρήμα, οι γυναίκες... Και ιερό είναι οτιδήποτε παγιωμένο, αναλλοίωτο: άρα ο θάνατος. Ο θάνατος ζητά θυσία, και είμαστε κλεισμένοι σ' έναν κύκλο.
Μήπως αγαπούμε τον θάνατο επειδή δεν ξέρουμε πώς να ζήσουμε; Μήπως γιατί θα προτιμούσαμε να χάσουμε τα πάντα παρά να αρκεστούμε σε λιγότερα;...

... να κοιτάζεις τη θάλασσα είναι να γίνεσαι ότι εισαι...

... Αδυνατώ να καταλήξω κάπου. Κάθε θεωρία είναι μια ταφή. Δεν υπάρχει τίποτε να πω. Στον τόπο αυτό όλες οι κοινοτοπίες πεθαίνουν...

... η αραβική Ανατολη φαίνεται πως γνωρίζει την τέχνη των ερειπίων...

Ρώμη, 19 Φεβρουαρίου 1992

... η χώρα αυτή (Ιταλία) δημιουργεί πόθο να ζεις, να σκέφτεσαι και να στοχάζεσαι πιο έντονα, επειδή το φάσμα του θανάτου δεν περιφέρεται εδώ με την ίδια επιμονή, όπως λόγου χάρη, στην Ελλάδα...

... Το πρόβλημα είναι ότι τώρα γνωρίζουμε τον κόσμο. Ιδίως ξέρουμε πως είναι γνωστός, καταγεγραμμένος και υπο κατοχή. Δεν υπάρχει χώρα που να μην ανήκει σε κάποιον, ή τουλάχιστον που να μην την έχουν μετρήσει οι μηχανικοί. Αυτό το ένιωσα στους διαδρόμους του Βατικανού περισσότερο από όσο το ένιωσα οπουδήποτε αλλού...

... Τι έχει συμβεί στην ελευθερία να ονειρευόμαστε, να χασομεράμε, να οπισθοχωρύμε, να αμφιβάλλουμε, να είμαστε αβέβαιοι;...

... Ορισμένες ώρες η Ιταλία συναντά την ερμητική και ιερή πλευρά του Θεάτρου...

... έχουμε ανάγκη να βρούμε τη σωστή γεωγραφία για τις αποκαλύψεις μας...

... αφου απογυμνωθούν τα σώματα τι απομένει; Απομένει ο εσώτερος εαυτός, η "ψυχή", το μέρος που κανένας δεν μπορεί να δει... Ο κύκλος έχει ξανακλείσει. Είναι σαν κάποιος να είπε: "Γυμνωθείτε για να μην μπορεί να σας δει κανένας!"

... Μ' άλλα λόγια, το θηλυκό πρέπει να ανταποκρίνεται στο αρσενικό και τανάπαλιν. Ενώ παρόμοια, το κομμάτι της αρσενικότητας στη γυναίκα πρέπει να είναι συμπληρωματικό της θηλυκής βασικής αρχής που κατέχει ο άνδρας, έτσι ώστε να επιτευχθεί μια αληθινή ισορροπία...

Βηρυττός, 7 Αυγούστου 1992

... (Γράφοντας για έναν θάνατο φιλικού προσώπου της στη Βηρυττό) Υπάρχει συνεπώς ένας ορισμένος τρόπος σπαραγμού, που κανένας δεν μπορεί να τον καταλάβει αν ζει αλλού.
Όλα αυτά έχουν κάτι σαν βάλσαμο, έναν θλιμμένο κατευνασμό. Οι καθημερινές συλληπητήριες επισκέψεις στην οικογένεια, η παρουσία πολλών φίλων, η λύπη που μοιράζονται τόσοι άνιρωποι, δεν έχουν βέβαια μαλακώσει τον κλονισμό, αλλά αν μου επιτρέπεται η έκφραση, έχουν διασκορπίσει τον πόνο στις καρδιές, και τις μέρες, και έχουν δημιουργήσει κάτι σαν πέρασμα, μετάβαση... Θυμάμαι την απάνθρωπη μοναξιά που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει μια αμερικανίδα φίλη μου μετά το θάνατο της μάνας της: από τις κηδείες έχουμε κάπως απαλλαγεί, οι λίγοι άνθρωποι που έχουν έρθει ξαναγύρισαν στις ασχολίες τους, κι εκείνη βρέθηκε αντιμέτωπη με μια μαύρη τρύπα, μ' έναν ακρωτηριασμό του είναι της, που της ήταν αδύνατον να τον αντιμετωπίσει. (Πράγματι, έπειτα από δέκα χρόνια αυτοκτόνησε σε κατάσταση ίδιας μοναξιάς.) Εδώ τα παλιά τελετουργικά της Ανατολής δείχνουν την αποτελεσματικότητά τους. Βοηθουν την μετάβαση από τη ζωή στον θάνταο, μα κι από τον θάνατο στη ζωή... Σ' ένα ξεσκέπαστο κρεβάτι ο άνθρωπος γίνεται μια μολυβένια ράβδος. Και η καρδιά κλείνει. Αλλά αυτό που κρατάει όταν φαίνεται πως όλα έχουν σβήσει, είναι μέρος της ουσίας της αγάπης...


.. Η Βηρυττός ειναι ένας καλός τόπος για να συλλογιστούμε την κατάσταση του κόσμου... θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι μια παραδειγματική πόλη, ένα πρότυπο για το μέλλον, ο τέλειος κόσμος στον οποιο η υλική ευημερία είναι παράγοντας υπανάπτυξης...


... Σε δέκα χρόνια από τώρα η Βηρυττός θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένα πελώριο χρηματοκιβώτιο. Και σ' αυτόν τον κόσμο της επιστημονικής φαντασίας μπορεί κάτι να μείνει, λίγα χαμόγελα, μερικές αναμνήσεις και, βέβαια, ο ουρανός. Το δολάριο και ο ουρανός. Μια χούφτα ποιητές και ρομπότ, αυτό πιθανότατα μας επιφυλάσσει το μέλλον...

Κυριακή της Ορθοδοξίας στην Κωνσταντινούπολη





Κυριακή της Ορθοδοξίας. Η καρδιά της γιορτής χτυπά στο Φανάρι. Και η ευτυχής συγκυρία έχει οδηγήσει τα βήματά μου εκεί, στον Πατριαρχικό Ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου. Αρκετός κόσμος περιφέρεται στον αυλόγυρο. Σου δημιουργείται η εντύπωση πως στο εσωτερικό του ναού θα γίνεται το αδιαχώρητο. Λανθασμένη εντύπωση. Υπάρχουν ακόμη άδειες καρέκλες. Ανάβω τα κεριά μου, αυτά τα μικρά άσπρα κεράκια που γνωρίζω καλά. Προσκυνώ τον Άη Γιώργη που λατρεύουν και οι Τούρκοι, όπως και πλήθος άλλων αλλόδοξων, και εισέρχομαι. Προσκυνώ τα λείψανα των αγίων, και τρυπώνω σ' ένα στασίδι ακριβώς πίσω από το δεξί αναλόγιο, όπου είμαι πλάτη με πλάτη με τον άρχοντα πρωτοψάλτη της Μεγλάλης του Χριστού εκκλησίας, Αστέρη. Μπροστά μου μια μικρή πλατφόρμα με τον κάμεραμαν της ΕΡΤ, που κινείται δεόντως σεμνά, ως επιβάλλει ο χώρος.



Ξαφνιάζομαι ακούγοντας το Σύμβολο της Πίστεως από γυναικεία φωνή. Γυρίζω και βλέπω την κ. Γεννηματά να κρατά το βιβλίο που της δόθηκε και να διαβάζει με δυνατή φωνή, αργά, σταθερά και με ωραίο στιβαρό τρόπο το "Πιστεύω". Προφανώς και αυτό είναι κάτι που προβλέπεται από την "τάξη" του Πατριαρχείου και ομολογώ πως όχι μόνον μου αρέσει, αλλά επανέρχεται στο νου μου και η σκέψη των τελευταίων ημερών, πόσο θα χαιρόμουν αν ο θεσμός των διακονησσών επανερχόταν στην εκκλησία μας. Δεν το κρύβω, θα το σκεφτόμουν πολύ σοβαρά να γίνω... Η ακόλουθη σκέψη είναι πως τέτοια μέρα, μέσα σ' αυτόν τον ναό, εκμηδενίζονται οι όποιες εικόνες ή αντιλήψεις έχει κανείς για τους πολιτικούς. Γιατί εδώ όλα αλλάζουν, όπως σε κάθε Λειτουργία που τελείται στο όνομα του Δεσπότη Χριστού, πόσο μάλλον την Κυριακή της Ορθοδοξίας στο Φανάρι. Όλοι και όλα ενώνονται στην προσευχή. Όλοι και όλα συμπλέουν ειρηνικά μέσα στην Κιβωτό της Σωτηρίας. Τρίτη σκέψη δεν υπάρχει. Η διάχυτη προσευχή με παρασέρνει.

Παράλληλα τελείται χειροτονία επισκόπου, κάτι που πρώτη φορά παρακολουθώ, του Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στεφάνου. Συλλειτουργούν μαζί του, όπως βέβαια και με τον προεξάρχοντα Πατριάρχη, ο Θεοδωρουπόλεως κ.Γερμανός, ο Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος, ο Πριγκηποννήσων κ. Ιάκωβος, ο Γεράσσων κ. Θεοφάνης, ο Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος, ο Μπάτσκας κ. Ειρηναίος, ο Φιλαδελφείας κ. Μελίτων, ο Σεβαστείας κ. Δημήτριος, ο Αρκαδίας κ. Βασίλειος, ο Μύρων κ. Χρυσόστομος, ο Ικονίου κ. Θεόληπτος, και ο Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέας.

Μετά την απόλυση τελείται το καθιερωμένο Τρισάγιο και όλοι οι επίσκοποι με τη σειρά τους θα εκφωνήσουν το "Ότι Συ ει η Ανάστασις, η ζωή και η ανάπαυσις των υπέρ της Ορθοδόξου ημών πίστεως αγωνισαμένων και τελειοθέντων εν αυτή..." Δεν χορταίνω να το ακούω. Η επανάληψη με βοηθά να πιστέψω στην Ανάσταση, εμπεδώνει μέσα μου μ' έναν παιδικό τρόπο το νόημα της ασύληπτης αυτής έννοιας της Αναστάσεως. Δεν χορταίνω να ακούω τις φωνές, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, μα και τόσο ίδιες, των γηραιών επισκόπων που όλοι δέονται για όσους αγωνίστηκαν για την πίστη μας, ένας ένας, ξανά και ξανά...

Συμπροσευχόμενοι σιωπηλά μαζί τους, πλήθος άλλων επισκόπων, κληρικών και μοναχών καθώς και πρόσωπα της κοσμικής εξουσίας της χώρας μας με το πλήρωμα των πιστών.

Ακολουθεί η λιτάνευση των ιερών εικόνων προεξάρχοντος του Πατριάρχη εν πομπή μετά των Σεβ. Αρχιερέων, και στο τέλος ὁ Πατριάρχης ευλογεί από τον εξώστη του Πατριαρχικού Οίκου τους πιστούς.



Από τη θέση που βρίσκομαι μπορώ διαγωνίως να δω από πολύ κοντά τον Πατριάρχη που στέκεται πάνω στον θρόνο του. Κυριεύομαι από θαυμασμό, που δυσκολεύομαι να συγκρατήσω, για την πατριαρχική του στολή. Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω δει ωραιότερη στολή, -και δεν έχω δει και λίγες. Είναι όλη κεντημένη χρυσό μέσα σ' ένα βαθύ σκουροπράσινο ύφασμα, -αν διακρίνω καλά. Τα καθαρά γεωμετρικά σχέδιά της, δίνουν κάτι το μοναδικά ισχυρό και σοβαρό, βαρύ και επιβλητικό. Σκέφτομαι πως κάτι τέτοια ρούχα θα φορουσε και ο Κουμπλάι Χαν, ο τελευταίος και μεγαλύτερος Μογγόλος αυτοκράτορας που σέβομαι βαθύτατα για το ανοιχτό του πνεύμα και τις ριζοσπαστικές του και συνάμα τόσο ανθρώπινες πράξεις του. Έκανε τα πάντα για να μη μένει ουτε ένας άνθρωπος πεινασμένος και γυμνός στην αυτοκρατορία του. Και το κατάφερνε. Ναι, αυτός που κράτησε κοντά του τον Μάρκο Πόλο και τον σημάδεψε τόσο βαθιά, ώστε να έχουμε κι εμείς σήμερα μια γεύση από το μεγαλείο του στα απομνημονεύματα του εμπόρου όταν τον έκλεισαν στη φυλακή της πατρίδας του Βενετίας. Είναι που καμιά φορά συμβαίνει κι αυτό. Η πατρίδα να σε φυλακίζει και η εξορία να σε ελευθερώνει...



Η συγκυρία που με έφερε τέτοια μέρα στην Πόλη των πόλεων ήταν η εκδήλωση που ακολούθησε το βράδυ προς τιμήν του Πατριαρχείου και της ημέρας. Στο Beşiktaş και στην πανέμορφη αίθουσα του Selenium Plaza, χωριτικότητας εξακοσίων θέσεων δόθηκε συναυλία από την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας - Τηλεόρασης υπό την διεύθυνση του Ανδρέα Πυλαρινού και του Μουσικού Σχήματος Εν Χορδαίς με τη συμμετοχή στο δεύτερο μέρος της Γλυκερίας. Δεν έπεφτε καρφίτσα από τον πολύ κόσμο.

Το Εν Χορδαίς έπαιξε στο πρώτο μέρος: Ταταυλιανό χασάπικο, Έμμορφη Ταταυλιαή, το Μπαμ, η Πόλη και ο Βόσπορος και Της τριανταφυλλιάς τα φύλλα. Προλόγισε ο καλλιτεχνικός του διευθυντής Κυριακος Καλαϊτζίδης και η σύντομη, αλλά ποιητική ομιλία του σε σχέση με την ημέρα, προκάλεσε μεγάλη αίσθηση. Ακολούθησε μια σουίτα από την ορχήστρα της ΕΡΤ και μετά μαζί οι δύο ορχήστρες έπαιξαν δύο συνθέσεις των δύο συνθετών του Εν Χορδαίς, Άλκη Ζοπόγλου, Beyoglou tango, και του Κυριάκου Καλαϊτζίδη το Oriental wals. Αυτά τα δύο κομμάτια ήταν το αποκόρυφωμα της βραδιάς, ενορχηστρωμένα ειδικά γι' αυτήν την σύμπραξη των δύο σχημάτων. Τελειώνοντας το πρώτο μέρος παρακολουθήσαμε ένα βίντεο προς τιμήν του Πατριάρχη που είχε ετοιμάσει τη Ελληνική τηλεόραση. Κανείς δεν ήξερε τίποτα, ούτε καν το τιμόμενο πρόσωπο, ήταν μια ωραία έκπληξη για τα είκοσι χρόνια της πατριαρχικής του θητείας. Και ήταν ωραίο γιατί συμπύκνωνε σε ελάχιστο χρόνο σημαντικές στιγμές, δεν είχε σχόλια κάποιου τρίτου προσώπου παρά μόνον ελάχιστες φράσεις του ίδιου του Πατριάρχη. Το δεύτερο μέρος με την Γλυκερία όπου τη συνόδευσε η ορχήστρα της ΕΡΤ ήταν τόσο σχετικό με το πρώτο όσο κι ένα έργο του καθ' όλα συμπαθέστατου Φώσκολου με μια ταινία του Ταρκόφσκι. Άλλο κλίμα, άλλες εντάσεις, άλλη αισθητική. Εν τέλει, άλλη ουσια. Ωστόσο, αν δεν εξέφραζε εμένα προσωπικά, φαίνεται πως οι περισσότεροι από τους θεατές το απόλαυσαν και αυτό, οπότε δεν μου πέφτει κανένας λόγος... Μου αρκεί και πλεονάζει μέσα μου το εξαιρετικό πάντρεμα των σπουδαίων μουσικών της Ορχήστρας της ΕΡΤ με το μουσικό σχήμα Εν Χορδαίς. Ήταν κάτι μοναδικό που ελπίζω πως δεν θα είναι και ανεπαάληπτο.





Thursday, March 10, 2011

Ο "Θείος Βάνιας" του Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Αντρέι Κοντσαλόφσκι



Στη αδιασάλευτη επαρχιακή ζωή της Ρωσίας των αρχών του προηγούμενου αιώνα, τίποτα δεν συμβαίνει. Όλα κινούνται αργά, όλα είναι πνιγηρά, η καθημερινότητα του μόχθου δεν αφήνει περιθώρια σε διεξόδους χαράς. Την ίδια στιγμή όλα είναι υποταγμένα στη μοίρα. Αναντίρρητα αποδεκτά. Το περισσότερο που δικαιούνται οι φτωχοί είναι να πνίγουν την μίζερη ζωή τους στη βότκα. Μέχρι τη στιγμή που θα γίνει η 'εισβολή'.


Η εισβολή του διαφορετικού, της εφήμερης διαφορετικής νότας, του ωραίου. Τα βλέμματα θα στραφούν προς το εκθαμβωτικό της γοητείας και η ζωή θα αρχίσει να αποκτά ένα νόημα κάνοντας παράλληλα το παρελθόν της ακόμα πιο αδιάφορο έως ειδεχθές.


Ο καθηγητής επιστρέφει με την δεύτερη γυναίκα του στην εξοχή και στο σπίτι της πρώτης γυναίκας που δεν ζει εδώ και πολλά χρόνια και όπου μένει η κόρη του Σόνια, σχεδόν συνομήλικη της μητριάς της, με τον θείο της τον Βάνια, την γριά μητέρα του Βάνια και του καθηγητή και την νταντά. Στην παρέα τους συχνά είναι ο Βλογιάρης, άνθρωπος απλός με καθαρή καρδιά, που παίζει παρηγορητικά την κιθάρα του διασκεδάζοντας την αμήχανη ζωή, και ο γιατρός που γυρνάει όλη την επαρχία επισκεπτόμενος τους ταπεινούς και καταφρονεμένους, προσπαθώντας να θεραπεύσει όσους μπορεί. Λατρεύει τα δάση και τον φυσικό πλούτο της πατρίδας του, όπως ακριβώς ο ίδιος ο Τσέχωφ που ήταν επίσης γιατρός. Μα εδώ ο γιατρός έχει πια χάσει τον ιδεαλισμό του και έχει απελπιστεί. Η γοητευτική παρουσία της Έλενας θα του παραλύσει κάθε άλλο ενδιαφέρον και με μεγάλη δυσκολία θα την αποχωρίζεται για να επισκέπτεται τους ασθενείς του.



Η Σόνια θα έρθει στον αντίποδα της μητριάς της στερημένη από φυσικά προσόντα. Τα εσωτερικά της χαρίσματα δεν είναι ικανά να συγκινήσουν τον γιατρό με τον οποίο είναι ερωτευμένη. Η πνευματική της εγρήγορση σε σχέση με την αντίστοιχη νωθρότητα της Έλενας, που φαίνεται να μην την απασχολεί τίποτα περισσότερο από την ομορφιά της, δεν θα καταφέρει να ελκύσει την προσοχή του γιατρού στο ελάχιστο.


Ο πατέρας της υποφέρει από αρθριτικά, μα είναι ένας δύστροπος γέρος που διαρκώς γκρινιάζει για τα πάντα και νιώθει παραγκωνισμένος. Κανένας δεν τον υπολογίζει κι ας τον νοιάζονται και τον περιποιούνται υπομονετικά οι δυο γυναίκες.


Ο θείος Βάνιας από την μεριά του, αγωνιζόμενος σκληρά στο κτήμα για εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια μαζί με την ανιψιά του και αποδίδοντας σχεδόν όλα τα εισοδήματα του κτήματος στον καθηγητή αδελφό του, ζει μια στερημένη ζωή. Η παρουσία της Έλενας δεν μπορεί τον αφήσει αδιάφορο. Θα της προσφέρει την αγάπη του, αλλά εκείνη θα του αρνηθεί την δική της. Του είναι παντελώς ακατανόητο πώς αυτή η γυναίκα είναι πιστή στον καθηγητή. Βρίσκει πως είναι αμαρτία να καταπνίγει τα πάθη της και να μένει σκλαβωμένη στον γεροπαράξενο σύζυγό της.


Οι δυο γυναίκες θα έρθουν κάποια στιγμή η μία κοντά στην άλλη. Η Σόνια θα εκμυστηρευτεί στην Έλενα τον έρωτά της για τον γιατρό. Η Έλενα δεν θα κάνει το ίδιο. Θα πάει να μιλήσει στον γιατρό για την Σόνια και θα ανακουφιστεί πολύ όταν θα ακούσει πως ο γιατρός δεν ενδιαφέρεται καθόλου γι' αυτή. Η προσωπικότητα του γιατρού την έχει γοητέψει κι ας μην κατανοεί τις ιδέες του και τον αγώνα του. Παρ' όλα αυτά ούτε σ' αυτόν θα παραδοθεί.


Όταν ο καθηγητής ανακοινώνει την απόφασή του να πουλήσει το κτήμα για να αγοράσει μια βίλα να μένει με την γυναίκα του στην Ευρώπη, η είδηση πέφτει κεραυνός εν αιθρία. Στην ουσία πετάει στο δρόμο και τον θείο Βάνια και την ίδια του την κόρη με την γιαγιά και την νταντά. Δεν είναι σε θέση πέρα από τον εαυτό του να αντιληφτεί τους αγώνες αυτών των ανθρώπων που θυσίασαν όλη τους την ζωή για να του εξασφαλίζουν στο ακέραιο τα εισοδήματά του. Το μυαλό του θείου Βάνια τρελαίνεται προς στιγμήν. Παίρνει το περίστροφο και πυροβολεί.


Είναι τόσο παιδικός ο θυμός του όσο κι η καρδιά του. Ούτε ο ίδιος ο καθηγητής ανησυχεί πως θα τον σκοτώσει στ' αλήθεια. Ο θείος Βάνιας αστοχεί και ο καθηγητής παίρνει την Έλενα και φεύγουν μια για πάντα από το κτήμα. Η Έλενα δίνει το τελευταίο φιλί στον γιατρό. Αποδέχονται πως το να ζήσουν μαζί θα σήμανε την καταστροφή τους. Ο γιατρός φεύγει για τους ασθενείς του στην αχανή επαρχία. Θα κάνει πολύ καιρό να επιστρέψει. Και όλα γίνονται όπως πριν, αν και τίποτα δεν είναι όπως πριν.


Η Σόνια με τον θείο Βάνια ανοίγουν τα τεφτέρια που καιρό τώρα είχαν παρατημένα, να ελέγξουν τους λογαριασμούς. Η συμφιλίωση με το ζευγάρι έγινε πριν αυτό αποχωρίσει. Η νταντά πλέκει. Δεν σταμάτησε το εργόχειρό της όσο κι αν άλλαξε τις μέρες αυτές η ζωή τους. Ο Βλογιάρης παίζει ακόμα κιθάρα. Ούτε αυτός έπαψε να παίζει την κιθάρα του. Και οι δυο αντιστάθηκαν στην 'εισβολή' με τον τρόπο τους. Η μητέρα θα πάρει τα τσιγάρα της και θα καπνίσει όπως πάντα. Της αρκεί που δεν σκοτώθηκε ο γιος της που λατρεύει.
Αυτό που μένει είναι η συμφιλίωση στις δύο ψυχές. Του θείου Βάνια και της Σόνιας. Και την συμφιλίωση την κάνει η Σόνια που δεν την αγάπησε κανείς.































Η μουσική είναι του Rostropovich.

Σημείωση: Επέλεξα να ανεβάσω ξανά αυτή την παλιότερη ανάρτηση λόγω της μεγάλης επισκεψιμότητας που εμφανίζει σταθερά τα τελευταία δύο χρόνια.